Η ροπή προς την ανάπτυξη του συνδρόμου μετατραυματικής διαταραχής φαίνεται ότι εν μέρει εξαρτάται από συγκεκριμένα γονίδια, υποστηρίζουν αμερικανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια. Το σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής μπορεί να προκληθεί μετά από μια τραυματική εμπειρία όπως μια φυσική καταστροφή, ο πόλεμος, αλλά και η σωματική ή η σεξουαλική κακοποίηση.

Στα τυπικά συμπτώματά του ανήκουν η επαναβίωση του γεγονότος μέσα από όνειρα ή επεισόδια flashback, η επίμονη τάση αποφυγής των ερεθισμάτων που θυμίζουν την τραυματική εμπειρία, καθώς και συμπτώματα αυξημένης νευρικής διέγερσης όπως η δυσκολία της συγκέντρωσης, οι διαταραχές του ύπνου, η ευερεθιστότητα, οι εκρήξεις θυμού, η αυτοκαταστροφική και παρορμητική συμπεριφορά, καθώς και η κοινωνική απόσυρση. Εκτιμάται ότι η συγκεκριμένη διαταραχή μπορεί να προσβάλλει το 3% του γενικού πληθυσμού.

Η ομάδα των αμερικανών ερευνητών μελέτησε το DNA 200 ατόμων από 12 οικογένειες που επιβίωσαν στο σεισμό της Αρμενίας του 1988 στον οποίο σκοτώθηκαν 25.000 άνθρωποι. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι εκείνοι που είχαν βιώσει τα περισσότερα και βαρύτερα συμπτώματα μετατραυματικής διαταραχής ήταν πιο πιθανό να φέρουν δυο συγκεκριμένες γονιδιακές παραλλαγές – την TPH1 και TPH2.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι αυτές οι παραλλαγές των γονιδίων σχετίζονται με τη μειωμένη παραγωγή σεροτονίνης, προδιαθέτοντας τα συγκεκριμένα άτομα στην εκδήλωση το συνδρόμου μετατραυματικής διαταραχής. Εκτιμούν επίσης, ότι τα ευρήματά τους μπορεί να οδηγήσουν σε νέους τρόπους διάγνωσης όσων κινδυνεύουν από το σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, καθώς και στο σχεδιασμό νέων τρόπων αντιμετώπισης του συνδρόμου.

Από την άλλη μεριά, οι ειδικοί που δεν εμπλέκονται στην εν λόγω έρευνα επισημαίνουν ότι ο γονιδιακός συσχετισμός είναι ισχυρός και τα ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας είναι ενδιαφέροντα, ωστόσο υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί παράγοντες που προδιαθέτουν στην εκδήλωση του συνδρόμου όπως το προηγούμενο ιστορικό τραυματικών εμπειριών καθώς και ο βαθμός νευρωτισμού ενός ατόμου, δηλαδή η ένταση της συναισθηματικής του αστάθειας και η τάση του να επηρεάζεται εύκολα από τα αρνητικά συναισθήματα.

Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Affective Disorders.