Καθώς οι πόλεις και τα εισοδήματα αυξάνονται, το ίδιο συμβαίνει με την κατανάλωση επεξεργασμένων σακχάρων και λιπών, ελαίων, γεωργικών προϊόντων και πόρων.
Μια νέα μελέτη, που πραγματοποιήθηκε υπό την καθοδήγηση του οικολόγου David Tilman από το Πανεπιστημίου της Μινεσότα, έδειξε ότι η στροφή προς μια πιο υγιή παραδοσιακή διατροφή, όπως η μεσογειακή ή η χορτοφαγική, θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής μας, να αυξήσει το προσδόκιμο ζωής, να μειώσει δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και να συμβάλλει στην προστασία των βιότοπων απειλούμενων ειδών.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην διαδικτυακή έκδοση του Nature, συνέθεσε στοιχεία, που αφορούσαν το περιβαλλοντικό κόστος της παραγωγής τροφίμων, τις διατροφικές τάσεις, τις σχέσεις μεταξύ διατροφής και υγείας, καθώς και την πληθυσμιακή αύξηση. Η ανάλυση έδειξε πώς η σύγχρονη διατροφή μας επηρεάζει την υγεία και το περιβάλλον και πώς μια τροποποίησή της μπορεί να μειώσει τα επεισόδια διαβήτη τύπου ΙΙ (κατά 25%), στεφανιαίας νόσου (κατά 20%) και άλλων χρόνιων παθήσεων, καθώς και τις παγκόσμιες γεωργικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την υποβάθμιση των οικοτόπων.
Όπως δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας «δείξαμε ότι οι διαιτητικές αλλαγές, που μπορούν να αυξήσουν περίπου κατά μια δεκαετία τη ζωή μας, μπορούν να αποτρέψουν και σημαντικές περιβαλλοντικές βλάβες. Μάλιστα, εάν οι άνθρωποι υιοθετούσαν μια παραλλαγή από κάποια από τις κοινές δίαιτες (μεσογειακή, χορτοφαγική, βασισμένη στα ψάρια) η υγεία μας θα βελτιωνόταν σημαντικά και την ίδια ώρα οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα μειώνονταν κατά ποσό ίσο με τις τρέχουσες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου όλων των αυτοκινήτων, των φορτηγών, των τρένων, των αεροπλάνων και των πλοίων. Επιπλέον, αυτή η αλλαγή θα απέτρεπε την καταστροφή μιας έκτασης τροπικών δασών και σαβάνας τόσο μεγάλης όσο το μισό των Ηνωμένων Πολιτειών».