Η σκόπιμη στέρηση της τροφής για μικρά διαστήματα που αποκαλείται «διαλειμματική νηστεία» (Intermittent Fasting) είναι ένα διατροφικό μοντέλο που περιλαμβάνει κύκλους μεταξύ περιόδων νηστείας και κατανάλωσης τροφής. Δεν καθορίζει ποιες τροφές θα πρέπει να καταναλώνονται, αλλά το πότε καταναλώνονται. Ο λόγος που έχει γίνει δημοφιλής τα τελευταία χρόνια είναι ότι ένας αυξανόμενος αριθμός ειδικών υποστηρίζει ότι μπορεί να επιταχύνει την απώλεια λίπους και να βελτιώσει την υγεία. Τι ισχύει τελικά;

Τα μοντέλα της δίαιτας

Έχουν αναδειχθεί διάφορες υποκατηγορίες του συγκεκριμένου τύπου διατροφικής συμπεριφοράς.

* Η εναλλακτική ημερήσια νηστεία (alternate day fasting), κατά την οποία τα άτομα που την εφαρμόζουν έχουν συνήθως μια ολόκληρη ημέρα νηστείας που ακολουθείται από μία ημέρα κανονικής σίτισης. Στην ημέρα της νηστείας η κατανάλωση ενέργειας είναι μηδενική (καμία τροφή δεν καταναλώνεται) ή μειώνεται πάρα πολύ (κατανάλωση μέχρι το 25% των ημερήσιων αναγκών). Την επόμενη ημέρα τα τρόφιμα καταναλώνονται χωρίς συγκεκριμένους θερμιδικούς περιορισμούς.

* Η δίαιτα 5:2, η οποία επιτρέπει πέντε ημέρες φαγητού χωρίς θερμιδικό περιορισμό και δύο διαδοχικές ή μη διαδοχικές ημέρες πλήρους νηστείας.

* Η δίαιτα 16:8, η οποία περιορίζει την πρόσληψη οποιασδήποτε τροφής σε μία μόνο συγκεκριμένη περίοδο 8 ωρών καθημερινά (π.χ. 12.00-20.00).

Πιθανά οφέλη

Οι υπέρμαχοι αυτού του τύπου δίαιτας υποστηρίζουν ότι ένας τέτοιος τρόπος διατροφής έχει πολλαπλά οφέλη για την υγεία, όπως: η αποτελεσματικότερη απώλεια βάρους, ο καλύτερος γλυκαιμικός έλεγχος, η καλύτερη εγκεφαλική λειτουργία, η μακροζωία κ.ά. Υποστηρίζεται επίσης πως η απώλεια μυϊκής μάζας είναι μικρότερη όταν η απώλεια βάρους προέρχεται από διαλειμματική νηστεία σε σχέση με την απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται μετά από κανονικές δίαιτες. Ενα επιπλέον θετικό που αποδίδεται στη διαλειμματική δίαιτα είναι η επίδρασή της στον μεταβολισμό, καθώς υπάρχουν μελέτες που υποστηρίζουν πως μικρής διάρκειας νηστεία τον αυξάνει. Είναι γεγονός πάντως ότι υπάρχουν ενδιαφέροντα ερευνητικά δεδομένα που δείχνουν ότι οι δίαιτες νηστείας μπορεί να είναι ευεργετικές, αλλά εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι οι περισσότερες μελέτες έγιναν σε πειραματόζωα, ενώ οι λίγες που έγιναν σε ανθρώπους δεν περιλάμβαναν μεγάλο δείγμα.

Αδυνατίζει;

Ως προς τη διαχείριση του σωματικού βάρους, οι μελέτες δείχνουν ότι η διαλειμματική νηστεία μπορεί να είναι μια αποτελεσματική στρατηγική για την απώλεια βάρους. Ωστόσο, αυτά τα ερευνητικά δεδομένα πιθανότατα οφείλονται στο συνολικό έλλειμμα θερμίδων, ως αποτέλεσμα της χαμηλότερης πρόσληψης ενέργειας συνολικά στην εβδομάδα, παρά ως αποτέλεσμα των περιόδων νηστείας. Στην πιο πρόσφατη σχετική συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση έγινε σύγκριση διαιτών διαλειμματικής νηστείας με κλασικές υποθερμιδικές δίαιτες ως προς την επίδρασή τους στο σωματικό βάρος. Οι ειδικοί δε διαπίστωσαν σημαντικές διαφορές στην απώλεια βάρους μεταξύ των δύο τύπων δίαιτας. Μια άλλη επίσης ανασκόπηση και μετα-ανάλυση, που έκανε την ίδια σύγκριση σε δίαιτες διάρκειας άνω των έξι μηνών, ανέφερε ότι ενώ η διαλειμματική νηστεία φάνηκε αποτελεσματική για την απώλεια βάρους, δεν ήταν ανώτερη από τις υποθερμιδικές δίαιτες.

Πιο συγκεκριμένα, τα επίπεδα λιπιδίων, γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα δε βελτιώθηκαν περισσότερο στη διαλειμματική δίαιτα σε σχέση με το κανονικό πρότυπο δίαιτας. Το παραπάνω εύρημα είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι ο στόχος μιας δίαιτας δεν είναι μόνο η απώλεια του ανεπιθύμητου βάρους, αλλά η γενική βελτίωση της υγείας.

Γιατί ταιριάζει περισσότερο στους άνδρες;

Είναι αξιοσημείωτο ότι μελέτες που έχουν γίνει κυρίως σε πειραματόζωα υποστηρίζουν πως υπάρχουν διαφορές στα αποτελέσματα της διαλειμματικής δίαιτας μεταξύ των δύο φύλων. Οι άνδρες φαίνεται να είναι πιο ευνοημένοι από αυτόν τον τύπο δίαιτας, διότι οδηγεί σε δυσμενείς επιπτώσεις στις γυναίκες. Αποτελέσματα μελέτης σε μη παχύσαρκους ενηλίκους υποδεικνύουν πως η ευαισθησία στην ινσουλίνη βελτιώθηκε στην ομάδα των ανδρών ενώ στις γυναίκες δημιουργήθηκε διαταραχή στον έλεγχο γλυκόζης αίματος. Δεδομένα μελετών που έγιναν σε πειραματόζωα, τα οποία ακολούθησαν διαλειμματική δίαιτα, δείχνουν αδυναμία, στειρότητα ή απώλεια κύκλου μόνο στα θηλυκά πειραματόζωα.

Ανησυχίες και παρενέργειες

Η Βρετανική Ενωση Διαιτολόγων (BDA) εγείρει ανησυχίες για τη γρήγορη απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται με τη διαλειμματική νηστεία, αφού οι υποστηρίζει ότι μπορεί να είναι αποτέλεσμα απώλειας νερού και γλυκογόνου και όχι λίπους. Επίσης, παραμένει άγνωστο αν η προσέγγιση αυτή είναι εφικτή μακροπρόθεσμα και αν υπάρχει κάποιο καλύτερο πρότυπο νηστείας ή αν πρέπει να οριστεί ένα καθημερινό όριο κατανάλωσης θερμίδων. Επιπλέον, ανάλογα με την ηλικία, την υγεία και τον τρόπο ζωής, η νηστεία μπορεί να έχει αρνητικές παρενέργειες αν δεν γίνει σωστά ο χειρισμός της. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε έλλειψη συγκέντρωσης, χαμηλή διάθεση και κόπωση εξαιτίας της ανεπαρκούς κατανάλωσης ενέργειας σε ορισμένες ημέρες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) συνιστά ότι η πρόσληψη ενέργειας (θερμίδες) πρέπει να εξισορροπείται με την κατανάλωση ενέργειας, έτσι ώστε να μας επιτρέπει να διατηρούμε έναν ενεργό και υγιεινό τρόπο ζωής.

Αποτελεσματική υπό προϋποθέσεις

Αν και η διαλειμματική νηστεία είναι απίθανο να είναι βιώσιμη για τους περισσότερους σε μακροπρόθεσμη βάση, ωστόσο σε περίπτωση που η νηστεία περιοδικά ταιριάζει στον τρόπο ζωής ενός ατόμου τότε μπορεί να είναι μια αποτελεσματική στρατηγική για τη διαχείριση του σωματικού βάρους. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά για να καλύψει όλες τις διατροφικές ανάγκες που καθορίζονται από τις επίσημες διατροφικές οδηγίες. Αν πρόκειται κάποιος να ακολουθήσει μια τέτοια δίαιτα νηστείας, οφείλει να βεβαιωθεί ότι το κάνει με υγιεινό και ασφαλή τρόπο και αναζητώντας τη συμβουλή ενός κατάλληλα ειδικευμένου επαγγελματία.

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Λάμπρο Β. Μελίστα, κλινικό διαιτολόγο-διατροφολόγο, διδάκτορα του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου.