Την ώρα που η επιχείρηση «πειθώ» συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς από την κυβέρνηση με υπουργούς και αρμόδιους να τονίζουν όπου βρεθούν και όπου σταθούν τη σημασία του εμβολιασμού για να κερδίσουμε πίσω την ελευθερία μας, τόσο σφίγγει ο κλοιός και για τους ανεμβολίαστους.

Με τα δύο σχέδια να εξελίσσονται ταυτόχρονα, η κυβέρνηση αφενός προσπαθεί να πείσει τους πολίτες να τρέξουν να τσιμπηθούν, βάζοντας μάλιστα στο παιχνίδι και τους ιδιώτες γιατρούς και τους φαρμακοποιούς για τους οποίους και ανακοινώθηκαν σήμερα οικονομικά κίνητρα για κάθε πολίτη που θα εμβολιάζεται, αφετέρου πατάει γκάζια στο θέμα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, χωρίς να ενδιαφέρεται για τις όποιες αντιδράσεις.

Άλλωστε σήμερα ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, απάντησε σε όλους όσους αρνούνται να εμβολιαστούν και επικαλούνται τον καταστατικό χάρτη της χώρας, με το άρθρο 25, παράγραφο 4 του Συντάγματος.

Έκκληση στους εκπαιδευτικούς με φόντο την… υποχρεωτικότητα

«Tο Kράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο πρωθυπουργός παράλληλα πρόσθεσε στη συνάντηση που είχε με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ότι «δεν μπορεί να περιορίζεται η προσπάθεια μόνο στο κεντρικό μήνυμα  που εκπέμπεται από κυβέρνηση και ειδικούς» και κάλεσε την τοπική αυτοδιοίκηση να συμβάλλει στην προσπάθεια αυτή έτσι ώστε να πειστούν να εμβολιαστούν και οι πιο καχύποπτοι.

Την ίδια ώρα, καθόλου τυχαία δεν θεωρήθηκε η επιλογή του πρωθυπουργού να καλέσει μέσα από το Διεθνές Συνέδριο Ψυχικής Υγείας στην Αθήνα τους εκπαιδευτικούς να εμβολιαστούν.

Άλλωστε όπως έχε αποκαλύψει και το in.gr, στο σχέδιο της κυβέρνησης για τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς συμπεριλαμβάνονται και οι εκπαιδευτικοί.

Κι αυτό γιατί αποτελεί παγιωμένη θέση η ομαλή λειτουργία των σχολείων – όλων των βαθμίδων- από Σεπτέμβρη, χωρίς καραντίνες και τηλεκπαίδευση.

Τα σχολεία λοιπόν θα πρέπει να ανοίξουν πάση θυσία και προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, το πρώτο βήμα έχει ήδη γίνει με τον εμβολιασμό των εφήβων.

Ωστόσο οι μικρότερες ηλικίες είναι εκτεθειμένες στον ιό και συγκεκριμένα στη μετάλλαξη Δέλτα, ενώ ακόμη δεν είναι «επιλέξιμες» για εμβολιασμό.

Βέβαια τα παιδιά διατρέχουν κίνδυνο αλλά αυτός είναι πολύ μικρότερος από τους ενήλικες ως προς την εμφάνιση σοβαρών επιπλοκών ή θανάτων.

Επομένως το γεγονός πως μπορούν να το κολλήσουν και να το μεταδώσουν κανονικά έχει ως αποτέλεσμα ο «κλήρος» να πέφτει και στους εκπαιδευτικούς. 

Οι νοσηλευτές, η πιο κρίσιμη κατηγορία

Την ίδια ώρα η ανησυχία για την χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στο νοσηλευτικό προσωπικό της χώρας συνεχίζεται, καθώς τρεις στους δέκα νοσηλευτές στην Ελλάδα ακόμη δεν έχουν εμβολιαστεί. Από την άλλη οι γιατροί έχουν εμβολιαστεί σε ποσοστό που αγγίζει το 90%.

Το ποσοστό παραμένει μεγάλο και για τον λόγο αυτό παραμένει εύλογο το ερώτημα του πως θα καλυφθούν τα κενά όσων βγουν σε άδεια άνευ αποδοχών αφού αποφασίσουν να μην εμβολιαστούν.

Είναι σαφές άλλωστε πως η άδεια άνευ αποδοχών θα διαρκεί, «όσο κρατά η πανδημία». Οπότε θα πρέπει και να προβλεφθεί τι θα γίνει με τα κενά που θα δημιουργηθούν.

Μέτρα και στο… λιανεμπόριο;

Τέλος και με τις σημερινές δηλώσεις του υπουργού Ανάπτυξης, Άδωνη Γεωργιάδη, συνεχίζει να παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην εισέρχονται στα καταστήματα λιανεμπορίου οι ανεμβολίαστοι.

Συγκεριμένα, όσον αφορά την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κάποιων επαγγελματικών ομάδων ο κ Γεωργιάδης σημείωσε ότι «δεν είμαστε τύραννοι. Έπρεπε να συμβεί αυτό που έγινε σημείωσε, αλλά πρόσθεσε ότι ο ίδιος θα είναι ο πρώτος που θα στεναχωρηθεί για κάποιον ανεμβολίαστο εργαζόμενο που θα χάσει τη δουλεία του». 

«Η πιθανότητα να εξαφανίσουμε τον ιό στην Ελλάδα ενώ έχουμε ανοιχτά τα σύνορά μας και έχουμε δεκάδες χιλιάδες τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο νομίζω δεν είναι εφικτή, αυτό που μπορούμε να πετύχουμε είναι να τον ελέγχουμε να τον περιορίσουμε» ξεκαθάρισε.

«Έχει μειωθεί ο ρυθμός αύξησης των κρουσμάτων γιατί πήραμε μέτρα που αρχίζουν και αποδίδουν. Σήμερα υπάρχει πίεση ως προς τις εισαγωγές, όχι όμως ως προς τις ΜΕΘ που είναι και το πιο κρίσιμο» επισήμανε.