Σοβαρή νόσηση από κοροναϊό σε εγκύους, αυξάνει τους κινδύνους τόσο για τις μελλοντικές μητέρες όσο και για τα έμβρυα, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης.

Ερευνητές από το Oxford Population Health, εξέτασαν στοιχεία από το Σύστημα Μαιευτικής Επιτήρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο διατηρεί αρχεία για 1,1 εκατ. γυναίκες που γέννησαν στη χώρα, από την 1η Μαρτίου 2020 ως τις 31 Οκτωβρίου 2021.

Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο Acta Obstetricia et Gynecologica Scandinavica, δείχνουν ότι σε αυτή την περίοδο, 4436 έγκυοι μπήκαν στο νοσοκομείο με επιβεβαιωμένη λοίμωξη Covid-19. Περίπου το 14% (616) είχε σοβαρή λοίμωξη, το 21% (917) είχε μέτρια λοίμωξη και το 65% (2903) είχε ήπια λοίμωξη. Από το σύνολο των εγκύων γυναικών που εξετάσθηκαν, οι 22 πέθαναν εξαιτίας σοβαρής λοίμωξης. Επίσης, 59 μωρά γεννήθηκαν νεκρά και 10 βρέφη πέθαναν στη νεογνική περίοδο.

Η Μάριαν Νάιτ, ερευνήτρια στο Wellbeing of Women, καθηγήτρια Υγείας στην Εθνική Μονάδα Περιγεννητικής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και επικεφαλής συγγραφέας, δήλωσε: «Οι περισσότερες γυναίκες γεννούν με ασφάλεια και έχουν υγιή μωρά, αλλά γνωρίζουμε ότι οι έγκυοι είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρής λοίμωξης covid-19, ιδιαίτερα στο τρίτο τρίμηνο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε τραγικά αποτελέσματα, καθώς μπορούν να οδηγήσουν σε πρόωρο τοκετό και σε κίνδυνο να γεννηθούν τα μωρά, νεκρά».

Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι έγκυοι με σοβαρή λοίμωξη covid-19 είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να έχουν πρόωρο τοκετό (περίπου 10,75% για γέννα στις 32 εβδομάδες 12,35% για γέννα νωρίτερα από τις 28 εβδομάδες, καισαρική τομή αντί για φυσιολογικό τοκετό αυξημένη κατά 8,84% και πιθανότητες να γεννηθεί το μωρό νεκρό κατά 2,51% ή να χρειαστεί εντατική νεογνών κατά 11,61%).

Οι έγκυοι που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής μόλυνσης από Covid-19 ήταν πιο πιθανό να είναι άνω των 30 ετών κατά 1,48%, να είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες κατά 1,73% και 2,52%, αντίστοιχα, να είναι μικτής εθνότητας κατά 1,93% ή να έχουν διαβήτη κύησης κατά 1,43% σε σύγκριση με άτομα με ήπια ή μέτρια λοίμωξη.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι ο εμβολιασμός προστατεύει τις εγκύους από τη νόσηση και την ανάγκη εισαγωγής στο νοσοκομείο, όμως οι συγγραφείς της μελέτης διαπίστωσαν ότι βάσει των δεδομένων εμβολισμού, το 73% των εγκύων ασιατικής καταγωγής, το 86% των αφρικανικής καταγωγής και το 65% των λευκών ήταν ανεμβολίαστες.

Οι ερευνητές σημείωσαν επίσης τις έντονες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, με το 82% των γυναικών από τις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της χώρας να μην εμβολιάζονται κατά τη γέννηση, σε σύγκριση με το 52% των γυναικών από τις λιγότερο υποβαθμισμένες περιοχές.

Η Νάιτ πρόσθεσε: «Ενώ τα ποσοστά εμβολιασμού αυξάνονται, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι οι έγκυοι που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής μόλυνσης βρίσκονται σε κοινότητες όπου επικρατούν οι λιγότερες πιθανότητες να εμβολιαστούν πριν γεννήσουν». Για το λόγο αυτό, επεσήμανε ως επείγουσα προτεραιότητα την ανάγκη δέσμευσης των τοπικών κοινωνιών ώστε να παρέχονται οι απαραίτητες διαβεβαιώσεις για τον εμβολιασμό στις ευάλωτες ομάδες γυναικών.

Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τη φιλανθρωπική οργάνωση Wellbeing of Women και το Εθνικό Ινστιτούτο Έρευνας για την Υγεία.