Η θετικότητα ή αλλιώς θετική στάση ζωής είναι μια πολύ προφυλακτική αλλά και αποτελεσματική στάση ζωής και τρόπος σκέψης που όλοι χρειάζεται να υιοθετήσουμε, να εξασκηθούμε και να εφαρμόσουμε στην καθημερινότητά μας.

Ομως πότε κινδυνεύει να γίνει «επιβλαβής» για εμάς και τους γύρω μας; Πάμε να δούμε κάποιες περιπτώσεις «βλαβερής» θετικότητας και πώς μπορούμε να την αναγνωρίσουμε και να την αποφύγουμε.

Βλαβερή θετικότητα προκύπτει όταν τα βλέπω πάντα όλα «ροζ». Οταν πάντα πιστεύω ότι όλα είναι καλά και στη διαχείριση μιας ρεαλιστικής αρνητικής ή δύσκολης κατάστασης η απόκρισή μου είναι σταθερά και παθητικά ότι «και αυτό θα περάσει…».

Βλαβερή θετικότητα είναι επίσης όταν πιστεύω ότι:

• Ολα λύνονται επιτυχώς και ανώδυνα.

• Δεν πρέπει να βιώνω «δύσκολα» συναισθήματα.

• Δεν χρειάζεται να προσαρμοστώ, να κάνω αλλαγές σε μια αρνητική ή δύσκολη κατάσταση και ότι απλά όλα θα είναι πάντα καλά.

• Δεν χρειάζεται να αποφύγω τη δυσφορία, τις αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματα και να σκέφτομαι πάντα μόνο θετικά.

Σημαντική υπενθύμιση: Δεν χρειάζεται να νιώθουμε ντροπή ή άβολα ή «άσχημα» αν δεν είμαστε συνεχώς χαρούμενοι και ευτυχισμένοι.

Πρέπει να τα ξεχωρίζω

Βλαβερή και αναποτελεσματική θετικότητα προκύπτει όταν δεν μπορώ να διαχωρίσω την περιττή δυσφορία ή δυσκολία από την «απαραίτητη» και έτσι απλά επιλέγω να ζω στην άρνηση μιας και δεν μπορώ να αναγνωρίσω και να αποδεχθώ τη δυσκολία, την απώλεια, τον πόνο που «χρειάζεται» και είναι αναπόφευκτος για να διαχειριστώ ή και να επιλύσω μια δύσκολη κατάσταση.

Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται να μπορώ να αποφύγω το ανώφελο και δυσλειτουργικό «δράμα», τη μεμψιμοιρία, την καταστροφολογία, την τρομολαγνεία, την ενοχή, την αυτοκατηγορία και την αυτοτιμωρία.

Με απλά λόγια η άρνηση και η μη αποδοχή των αρνητικών συναισθημάτων, συμβατών με μια δύσκολη κατάσταση (τα οποία αντικαθίστανται από βλαβερή θετικότητα) ακινητοποιούν το άτομο σε μια κατάσταση λίμπο και το καθηλώνουν εκεί μη επιτρέποντας τα αρνητικά αλλά αληθινά συναισθήματα να εκδηλωθούν, να εκτονωθούν και να προχωρήσει η εξέλιξη και η αποτελεσματική διαχείρισή τους.

Για παράδειγμα, όταν κάποιος έχει ανάγκη να κλάψει για να εκτονώσει κάποιο «δύσκολο» συναίσθημα δεν του λέμε «έλα, μην κάνεις έτσι… μην κλαις, δεν είναι τόσο φοβερό αυτό που συμβαίνει, όλα καλά θα πάνε».

Ή όταν κάποιος χώρισε και είναι θλιμμένος δεν λέμε «για καλό έγινε, μη στενοχωριέσαι, αξίζεις κάποιον/α καλύτερο/η».

Τη δεδομένη στιγμή που κάποιος περνάει μια κρίση, μια δυσκολία, μια απώλεια, χρειάζεται να την αποδεχθεί, να «θρηνήσει», να επικυρωθούν τόσο από τον ίδιο/ίδια όσο και από τους άλλους τα συναισθήματα απογοήτευσης, ματαίωσης, αδυναμίας κ.τ.λ. που μπορεί να βιώνει τη δεδομένη στιγμή και έτσι να προχωρήσει στην αποδοχή και στην επίλυση του ζητήματος υγιώς και χωρίς καταπιεσμένα και ακυρωμένα συναισθήματα που συνήθως εκτονώνονται νοσηρά (π.χ. ψυχοσωματικά νοσήματα, καταπιεσμένος θυμός που οδηγεί π.χ. σε κατάθλιψη).

Το υγιές ζητούμενο

Το υγιές ζητούμενο λοιπόν για όλους μας δεν είναι να «επιλέξουμε» τη θετικότητα ή την «αρνητικότητα», την αισιοδοξία ή την απαισιοδοξία, αλλά να μπορούμε ρεαλιστικά να αποτιμήσουμε κάθε κατάσταση, σχέση, σκέψη μας και να αποδώσουμε το ανάλογο συναίσθημα.

Κάποιες φορές είναι απόλυτα φυσιολογικό και αναμενόμενο, καθώς και χρήσιμο να δημιουργήσουμε τον χώρο μέσα μας και έξω μας, όπου και η θλίψη και η μη θετική έκβαση μιας κατάστασης να μπορούν να διαπραγματευτούν και να είναι «αποδεκτές».

Είναι φυσιολογικό να μην είμαστε πάντα υπερχαρούμενοι και υπερευτυχισμένοι και υπεραισιόδοξοι και είναι απαραίτητο να μπορούμε να το «αντέξουμε» χωρίς να φοβόμαστε ότι θα καταρρεύσουμε ψυχικά