Η Αρκτική θα ζήσει τις πρώτες μέρες της χωρίς πάγους εντός της επόμενης δεκαετίας, υπογραμμίζει νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Reviews Earth & Environment.

Η μετάβαση αυτή είναι αναπόφευκτη ακόμα κι αν μηδενίσουμε άμεσα τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, εκτιμούν οι ερευνητές του του Πανεπιστημίου του Κολοράντο στο Μπούλντερ.

Η απώλεια του επιπλέοντος πάγου για πολλούς μήνες του έτους «θα μεταμόρφωνε την Αρκτική σε ένα εντελώς διαφορετικό οικοσύστημα, από μια λευκή καλοκαιρινή Αρκτική σε μια μπλε Αρκτική. Οπότε ακόμα κι αν η υποχώρηση του πάγου είναι αναπόφευκτη, πρέπει παρόλα αυτά να κρατήσουμε τις εκπομπές σε όσο γίνεται πιο χαμηλά επίπεδα για να αποφύγουμε την παράταση της περιόδου χωρίς πάγο», εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.

Η απώλεια του επιπλέοντος πάγου θα είχε συνέπειες για ζώα που εξαρτώνται από τον πάγο για την επιβίωσή τους, όπως οι φώκιες και οι πολικές αρκούδες που ήδη κινδυνεύουν από ασιτία.

Επιπτώσεις θα υπήρχαν και για τις παράκτιες κοινότητες, καθώς η απώλεια των πάγων αφήνει τις ακτές ευάλωτες στη διάβρωση από τα κύματα.

Οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία

Οι επιστήμονες αναμένουν ότι θα επιταχυνθεί η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, όσο αυξάνεται ο ρυθμός με τον οποίο λιώνουν οι πάγοι.

Ως αποτέλεσμα, ολόκληρες παραλιακές πόλεις ή ακόμα και χώρες θα βυθιστούν, ενώ οι υπόλοιπες περιοχές θα γεμίσουν κουνούπια που μεταφέρουν ασθένειες, όπως η ελονοσία ή ο πυρετός του Δυτικού Νείλου, αυξάνοντας επίσης τον κίνδυνο μετάδοσης σε απρόσβλητες μέχρι σήμερα περιοχές της Ευρώπης.

Η παράταση της περιόδου μετάδοσης και η ευρύτερη διάχυση των φορέων των εν λόγω νοσημάτων αυξάνει τις τοπικές επιδημικές εξάρσεις.

Παγκοσμίως, ο αριθμός των θανάτων από τη δεκαετία του ‘60 ως σήμερα που σχετίζονται με φυσικές καταστροφές εξαιτίας κλιματικών φαινομένων, έχει τριπλασιαστεί και εκτιμάται ότι υπερβαίνει τους 60.000 τον χρόνο.

Υπολογίζεται ότι μεταξύ του 2030 και 2050 σαν άμεση συνέπεια της κλιματικής αλλαγής θα προκληθούν 250.000 επιπλέον θάνατοι ετησίως, οφειλόμενοι σε υποσιτισμό, ελονοσία, διαρροϊκούς νόσους και θερμικό στρες.

Οι πιο ευάλωτες ομάδες είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι, οι άποροι, όσοι πάσχουν ήδη από ασθένειες και όσοι δεν έχουν πρόσβαση σε συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει προειδοποιήσει στο παρελθόν πως «η υπερθέρμανση του πλανήτη επηρεάζει, με εξαιρετικά αντίξοους τρόπους, ορισμένους από τους πιο θεμελιώδεις συντελεστές της υγείας: την τροφή, τον αέρα και το νερό».

Τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται όλο και συχνότερα και επηρεάζουν την παραγωγικότητα των τροφίμων, την ποσότητα και την ποιότητα του νερού, καθώς και την ποιότητα του αέρα.

Σχεδόν 100 εκατομμύρια επιπλέον άνθρωποι αντιμετώπισαν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια το 2020 σε σχέση με την περίοδο 1981-2010, σύμφωνα με μια έκθεση του The Lancet Countdown.

Η ακραία ξηρασία έχει αυξηθεί κατά σχεδόν ένα τρίτο κατά την τελευταία 50ετία, προσθέτει η έκθεση, εκθέτοντας εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο να μην έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό.