Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, ενώ η υπερβολική κατανάλωση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης, καρδιοπάθειας και εγκεφαλικού επεισοδίου.

Ένας τομέας που εξακολουθεί να ερευνάται είναι το πώς το αλκοόλ επηρεάζει τον εγκέφαλο. Σε μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Neurology, εξετάστηκε η επίδραση της κατανάλωσης αλκοόλ σε ποικίλες πλευρές της λειτουργίας του εγκεφάλου, με ιδιαίτερη έμφαση στις νευροπαθολογικές αλλαγές που σχετίζονται με την άνοια.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι η μέτρια, υπερβολική ή παλαιότερα «βαριά» κατανάλωση, σχετίζεται με υαλώδη αρτηριοσκλήρυνση, μια χαρακτηριστική αλλαγή στα αιμοφόρα αγγεία που παρατηρείται σε ηλικιωμένα άτομα ή σε άτομα με συγκεκριμένες παθήσεις.

Επιπλέον, η παλαιότερα υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ συνδέθηκε με χαμηλότερο ποσοστό εγκεφαλικής μάζας και χειρότερες γνωστικές ικανότητες σε σύγκριση με την μηδενική κατανάλωση.

Αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν τις πιθανές σοβαρές επιπτώσεις του αλκοόλ στον εγκέφαλο.

Αλκοόλ και εγκέφαλος- Αναλυτικά η έρευνα

Η εν λόγω μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα αυτοψιών του γενικού πληθυσμού στη Βραζιλία. Οι ερευνητές κατάφεραν να εξετάσουν 1.781 εγκεφάλους που προήλθαν από την Υπηρεσία Αυτοψιών του Σάο Πάολο και αποτελούν μέρος της Τράπεζας Βιολογικού Υλικού για Μελέτες Γήρανσης. Από τη μελέτη εξαιρέθηκαν εγκεφαλικά δείγματα ατόμων που πέθαναν από τραύμα.

Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν περίπου τα 75 έτη και το δείγμα ήταν εθνολογικά ποικιλόμορφο. Οι συμμετέχοντες ήταν τουλάχιστον 50 ετών και είχαν έναν συγγενή που επικοινωνούσε μαζί τους τουλάχιστον εβδομαδιαία τους τελευταίους 6 μήνες πριν τον θάνατό τους.

Οι ερευνητές συνέλεξαν πληροφορίες από συγγενείς πρώτου βαθμού σχετικά με τα ιατρικά ιστορικά, την κατανάλωση αλκοόλ των ατόμων καθώς και την παρουσία άνοιας.

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε ομάδες ανάλογα με το επίπεδο κατανάλωσης αλκοόλ: άτομα που δεν είχαν πιει ποτέ, μέτριοι πότες, βαρείς πότες και πρώην βαρείς πότες.

Για τις ανάγκες της μελέτης, μία «δόση» αλκοόλ ισοδυναμούσε με 14 γραμμάρια. Οι μέτριοι πότες κατανάλωναν έως 7 δόσεις την εβδομάδα, ενώ οι βαρείς πότες κατανάλωναν 8 ή περισσότερες. Οι πρώην βαρείς πότες ήταν άτομα που είχαν διακόψει την υπερβολική κατανάλωση έως και 3 μήνες πριν τον θάνατό τους. Από το σύνολο των συμμετεχόντων, οι 965 δεν είχαν καταναλώσει ποτέ αλκοόλ.

Οι ερευνητές εξέτασαν στη συνέχεια τους εγκεφάλους για διάφορες αλλοιώσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ, καθώς και το βάρος του εγκεφάλου.

Οι βαρείς πότες διατρέχουν 133% μεγαλύτερο κίνδυνο για εγκεφαλική βλάβη

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι μέτριοι, βαρείς και πρώην βαρείς πότες είχαν, όπως αναφέρθηκε, αυξημένες πιθανότητες για υαλώδη αρτηριοσκλήρυνση σε σύγκριση με τα άτομα που δεν είχαν πιει ποτέ. Οι βαρείς πότες συγκεκριμένα είχαν 133% αυξημένο κίνδυνο.

Οι βαρείς και πρώην βαρείς πότες παρουσίασαν επίσης αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης νευροϊνιδιακών δεσμών (που σχετίζονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ), ενώ οι πρώην βαρείς πότες είχαν μικρότερο βάρος εγκεφάλου και υψηλότερες βαθμολογίες στην κλινική αξιολόγηση άνοιας, που υποδεικνύουν χειρότερη γνωστική λειτουργία.

Δεν βρέθηκε άμεση συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ και των γνωστικών λειτουργιών γενικά. Αντίθετα, η υαλώδης αρτηριοσκλήρυνση φάνηκε να μεσολαβεί στη σχέση αυτή. Δηλαδή, το αλκοόλ επηρεάζει πρώτα τα αγγεία του εγκεφάλου, και αυτό με τη σειρά του επηρεάζει τη γνωστική λειτουργία.

«Η κατανάλωση αλκοόλ επηρεάζει τον εγκέφαλο ανάλογα με την ηλικία, τα χρόνια και την ποσότητα κατανάλωσης, τη συνολική υγεία και τη διατροφή. Η μελέτη δείχνει ότι ακόμα και η παλαιότερη υπερβολική κατανάλωση σχετίζεται με σκλήρυνση των μικρών αγγείων του εγκεφάλου και συσσώρευση παθολογικών πρωτεϊνών, που μπορεί να οδηγήσουν σε γνωστική έκπτωση και άνοια», σχολίασαν οι επιστήμονες.

Εντυπωσιακά ευρήματα παρά τους περιορισμούς

Η μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα από συγγενείς, κάτι που ενέχει το ρίσκο ανακρίβειας. Επίσης, δεν υπήρχαν δεδομένα μακροχρόνιας παρακολούθησης των συμμετεχόντων, ούτε εξετάστηκαν διατροφικές ανεπάρκειες, όπως ελλείψεις βιταμινών. Η μελέτη ήταν επιπλέον περιορισμένη γεωγραφικά (Βραζιλία) και δεν αποδεικνύει αιτιότητα, λόγω του διατομεακού της χαρακτήρα. Τέλος, φαινόμενα όπως η μεροληψία επιβίωσης μπορεί να επηρέασαν τα αποτελέσματα (π.χ. κάποιοι βαρείς πότες να πέθαναν νωρίς και να μην περιλήφθηκαν σε άλλες αναλύσεις).

Ο συγγραφέας της μελέτης, Δρ Αλμπέρτο Τζούστο, δήλωσε:

«Η μελλοντική έρευνα πρέπει να επικεντρωθεί σε μελέτες παρακολούθησης έτσι ώστε να κατανοήσουμε τις αιτιακές σχέσεις μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ και των αλλαγών στον εγκέφαλο με την πάροδο του χρόνου.

Παρά τους τεκμηριωμένους περιορισμούς, τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά. Τα δεδομένα δείχνουν ότι το αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει σοβαρές βλάβες και υπογραμμίζουν τη σημαντική του επίδραση στην υγεία του εγκεφάλου, ακόμα κι αν μιλάμε για μέτριες ποσότητες κατανάλωσης.  Η βαριά κατανάλωση ή ένα τέτοιο ιστορικό, μπορεί να οδηγήσει σε επιταχυνόμενη βλάβη σε υποφλοιώδεις περιοχές του εγκεφάλου, προκαλώντας γνωστική εξασθένηση. Με την πάροδο του χρόνου, τέτοια άτομα μπορεί να εμφανίσουν βραδύτητα σκέψης, προβλήματα μνήμης και εκτελεστικής λειτουργίας- ενδείξεις που συνδέονται με την αγγειακή άνοια.»