Τα ρομπότ μπορεί να κάνουν τις επίπονες εργασίες πιο εύκολες για τους εργαζομένους, όπως για παράδειγμα σε μία αποθήκη, αλλά την ίδια ώρα προκαλούν αυξημένο στρες είτε λόγω της ταχύτητας που ξεφεύγει από τον ανθρώπινο έλεγχο είτε διότι η δουλειά χάνει κάθε νόημα.
Η μεγάλη υπόσχεση των συστημάτων αυτοματοποίησης και της τεχνητής νοημοσύνης είναι ότι αυτά θα αναλάβουν «βρώμικες, βαρετές, επικίνδυνες και δύσκολες» δουλειές ώστε εμείς να έχουμε πιο δημιουργικά και ευχάριστα καθήκοντα. Όμως ένας αυξανόμενος όγκος ερευνών, σύμφωνα με τους Financial Times, δείχνει ότι η εργασία δίπλα στα βιομηχανικά ρομπότ μπορεί να έχει αρνητικές ψυχολογικές επιπτώσεις στους ανθρώπους.
Για τη 40χρονη Τζέσικα, η οποία εργάστηκε για κάποιο διάστημα στην Amazon δίπλα σε ρομπότ, αυτό ήταν κάτι που συνειδητοποίησε από την πρώτη κιόλας βάρδια. Η δουλειά της είχε γίνει «πολύ βαρετή». Περνούσε έως και 12 ώρες όρθια σε ένα σημείο, επιλέγοντας αντικείμενα από έναν κάδο που της μετέφερε ένα από τα δεκάδες ρομπότ.
Σε σύγκριση με τις μη αυτοματοποιημένες εγκαταστάσεις, ο ρυθμός εργασίας ήταν ταχύτερος και συχνά εκτός του ελέγχου της, γεγονός που την στρέσαρε γι’ αυτό και έφυγε σε λιγότερο από έναν χρόνο. Τώρα εργάζεται σε ένα λιγότερο αυτοματοποιημένο κέντρο διανομής της ίδιας εταιρείας, όπου ο ρυθμός είναι πιο αργός και μπορεί να συνομιλεί με τους συναδέλφους της. «Δεν είναι τέλειο, αλλά είναι πολύ πιο ευχάριστο», λέει η ίδια.
Η έρευνα του Groningen
Μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Groningen σε 20 ευρωπαϊκές χώρες το 2024 διαπίστωσε ότι οι εργαζόμενοι σε βιομηχανίες με εκτεταμένη χρήση ρομπότ είχαν χαμηλότερη αίσθηση σκοπού στη δουλειά τους. «Με τη ρομποτοποίηση φαίνεται ότι υπάρχει αύξηση των μονότονων, επαναλαμβανόμενων, ρουτινιάρικων εργασιών», λέει η Μιλένα Νικόλοβα, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Όπως εξηγεί, ως εργαζόμενος έχεις λιγότερες αποφάσεις να πάρεις όσον αφορά το ποιες εργασίες κάνεις, τη σειρά με την οποία τις κάνεις ή συχνά ακόμη και την ταχύτητα με την οποία τις κάνεις, επειδή εξαρτάσαι από τον ρυθμό εργασίας του ρομπότ.
«Πέραν της σημασίας σε ατομικό επίπεδο, οι άνθρωποι που βρίσκουν σκοπό στην εργασία τους καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια και είναι λιγότερο πιθανό να θέλουν να παραιτηθούν», προσθέτει.
Πιο ξεκούραστοι αλλά ψυχικά επιβαρυμένοι
Μια άλλη μελέτη για τους εργαζόμενους στη μεταποίηση στην Κίνα που δημοσιεύθηκε το 2024 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ρομπότ συνδέονται με καλύτερη σωματική υγεία αλλά χειρότερα επίπεδα στρες, ιδίως λόγω των ανησυχιών για την ασφάλεια της εργασίας.
Τέτοια ευρήματα δεν προκαλούν έκπληξη, λέει ο Ματ Μπιν, ειδικός στις επιπτώσεις της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης στην εργασία στο UC Santa Barbara και στο MIT. Έρευνες που ξεκινούν από τη δεκαετία του 1940 έχουν συνδέσει την αυτοματοποίηση με την υποβάθμιση της ποιότητας της εργασίας και των ευκαιριών για τους εργαζομένους.
«Όσο πιο πολύ αυτοματοποιούμε τις δουλειές, ειδικά των χαμηλόμισθων και νέων εργαζομένων στην πρώτη γραμμή, τόσο περισσότερο αυτοί οι άνθρωποι θα χάνουν δεξιότητες και θα γίνονται λιγότερο ικανοί στη δουλειά τους, αν δεν γίνει σωστή διαχείριση» εξηγεί ο Μπιν.
Ο ίδιος έχει παρατηρήσει και εργαζομένους σε πιο εξειδικευμένους και απαιτητικούς ρόλους, όπως πιλότους τζετ να χειρίζονται μη επανδρωμένα αεροσκάφη επιτήρησης και χειρουργούς να χρησιμοποιούν ρομποτικούς βραχίονες. Αυτό στο οποίο συμφωνούν είναι ότι η εργασία τους γίνεται πολύ πιο ασφαλής αλλά και πιο μονότονη, κάτι που τους προκαλεί ένα αίσθημα αποξένωσης.
Τα ανθρωποειδή έρχονται, οι άνθρωποι φεύγουν
Οι εργαζόμενοι μπορεί να αγχώνονται ή να νιώθουν ψυχικά αποκομμένοι από το αντικείμενο της δουλειάς τους όσο τα ρομπότ ξεπερνούν τα ανθρώπινα όρια, αλλά οι κατασκευαστές δεν το βλέπουν έτσι. Αντιθέτως, γοητεύονται από την ιδέα αντικατάστασης των ανθρώπων με μηχανές που μπορούν να εκτελούν επαναλαμβανόμενες εργασίες ασταμάτητα, ταχύτατα και με ελάχιστα διαλείμματα, αναφέρει το βρετανικό μέσο σε άλλο άρθρο.
Μια σειρά από εταιρείες, όπως η Agility, η Boston Dynamics, η Figure και η Tesla, αναπτύσσουν τώρα ρομπότ με ανθρώπινη μορφή που προορίζονται να εξοπλίσουν βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Η Amazon και οι αυτοκινητοβιομηχανίες BMW και Mercedes-Benz τα δοκιμάζουν ήδη σε εργοστάσια και αποθήκες.
Αναλυτές της Bank of America προβλέπουν ότι ένα εκατομμύριο ανθρωποειδή ρομπότ θα λειτουργούν μέχρι το 2030, από σχεδόν κανένα σήμερα. «Θα προσθέσουμε στα ρομπότ κινητικότητα, ικανότητα να κατανοούν την ομιλία και όραση για να τους δώσουμε δυνατότητες σχεδιασμού», λέει ο Σάμι Ατίγια, επικεφαλής ρομποτικής στον ελβετικό τεχνολογικό γίγαντα ABB. Ωστόσο, αυτές οι ανθρωπόμορφες μηχανές προκαλούν έντονες συζητήσεις γύρω από την ασφάλεια της εργασίας.
Ο κίνδυνος του εκτοπισμού των εργαζομένων είναι ορατός με τις ανησυχίες για τη διαφαινόμενη απειλή που θέτουν η ρομποτική και η αυτοματοποίηση να πολλαπλασιάζονται όσο η τεχνητή νοημοσύνη αναπτύσσεται ραγδαία. Η εταιρεία συμβουλευτικής McKinsey εκτιμά ότι έως το 2030 η αυτοματοποίηση θα έχει εκτοπίσει 400 με 800 εκατ. ανθρώπους από την εργασία τους. Περίπου το ένα τέταρτο εξ αυτών θα χρειαστεί εκπαίδευση για να αλλάξει επάγγελμα.
Τι μέλλει γενέσθαι
Παρά τα ανησυχητικά ευρήματα των ερευνών και τις εκτιμήσεις των ειδικών, παράγοντες της βιομηχανίας ρομποτικής επιμένουν ότι η τεχνολογία θα επιτρέψει στους εργαζομένους να αναβαθμίσουν τις δεξιότητές τους και να αναλάβουν πιο δημιουργικά καθήκοντα.
Σύμφωνα με την ABB, στο μέλλον η τεχνητή νοημοσύνη θα επιτρέψει στα ρομπότ να περιηγούνται ελεύθερα στους χώρους εργασίας και να αλληλεπιδρούν πιο φυσικά με τους ανθρώπινους συναδέλφους τους.
Η Fanuc, μια άλλη μεγάλη εταιρεία ρομποτικής, υποστηρίζει το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών της Ζυρίχης για τη δημιουργία «ενσυναίσθητων» βιομηχανικών ρομπότ που θα μπορούν να ανταποκρίνονται στα συναισθήματα των εργαζομένων.
Για τη Νικόλοβα η λύση μπορεί να μην είναι καθόλου τεχνική. Η ίδια πιστεύει ότι η αυτοματοποίηση λειτουργεί καλύτερα όταν οι εργαζόμενοι συμμετέχουν στον σχεδιασμό και την ανάπτυξή της, σε συνδυασμό με την επανεκπαίδευσή τους για να διασφαλιστεί ότι συμβαδίζουν με την τεχνολογία και μπορούν να αναλάβουν νέους ρόλους ζωτικής σημασίας.
*Από την Ιωάννα Κουμπαρέλη