Ο καρκίνος του μαστού, που θα απασχολήσει περίπου μία στις οκτώ γυναίκες, αποτελεί την πιο συχνά διαγνωσμένη μορφή καρκίνου και την πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες –εμφανίζεται και στους άντρες, αλλά σε πολύ μικρό ποσοστό, 100 γυναίκες: 1 άντρας– στην Ευρώπη και τη δεύτερη στην Αμερική μετά τον καρκίνο του πνεύμονα. Σημαντικό είναι επίσης να αναφερθεί ότι, αν και οι θάνατοι από τη νόσο έχουν μειωθεί αισθητά τα τελευταία 35 χρόνια, τα ποσοστά εμφάνισής της ανεβαίνουν.

Αντίθετα με τα όσα ίσως πιστεύουμε, ο καρκίνος, τόσο γενικότερα όσο και ειδικότερα αυτός του μαστού, είναι μια πολυπαραγοντική ασθένεια. Τα γονίδιά μας, ο τρόπος ζωής μας (η διατροφή μας, το αν καπνίζουμε, το αν πίνουμε αλκοόλ, το αν ασκούμαστε κ.λπ.) και το περιβάλλον μας συνεργάζονται για να αυξήσουν ή να περιορίσουν το ενδεχόμενο εμφάνισής του. Με αυτό υπόψη τους, οι ειδικοί, θέλοντας να συμβάλουν στη μείωση των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού, μελετούν και μας ενημερώνουν και για τους προστατευτικούς παράγοντες και για τους παράγοντες κινδύνου.

Ορισμένοι από τους δεύτερους μπορούν να αποφευχθούν, ενώ για άλλους αυτό δεν είναι εφικτό. Για παράδειγμα, τόσο η κατανάλωση αλκοόλ όσο και η κληρονομικότητα ορισμένων γονιδίων είναι παράγοντες κινδύνου, αλλά μόνο ο πρώτος μπορεί να αποτραπεί.

Από την άλλη πλευρά, αν και δεν μπορούμε να αλλάξουμε την κληρονομικότητά μας, μπορούμε να πάρουμε κάποια προληπτικά μέτρα, σύμφωνα με τις οδηγίες των γιατρών μας.

Όσον αφορά τους προστατευτικούς παράγοντες, σε αυτούς ανήκουν η τακτική άσκηση και η υγιεινή διατροφή. Αυτό που μας εξηγούν οι ειδικοί λοιπόν είναι ότι η αποφυγή των παραγόντων κινδύνου και η υιοθέτηση των προστατευτικών βοηθούν στη μείωση της πιθανότητας εκδήλωσης καρκίνου του μαστού, αλλά δεν την εξαλείφουν εντελώς.

Τι μας προστατεύει

Στους προστατευτικούς παράγοντες περιλαμβάνονται η επαρκής σωματική άσκηση, καθώς και, σύμφωνα με αρκετές μελέτες, ο θηλασμός – κατά τη διάρκειά του, τα επίπεδα των οιστρογόνων στα οποία εκτίθεται η γυναίκα είναι πιο χαμηλά. Σε γυναίκες με ειδική ένδειξη λόγω του ιστορικού τους ή/και επειδή είναι φορείς κάποιου γονιδίου που αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης καρκίνου του μαστού (π.χ., BRCA1 ή 2), η προληπτική χορήγηση αντιοιστρογόνων, η προφυλακτική μαστεκτομή και η αφαίρεση των ωοθηκών μπορούν να μειώσουν αισθητά ή και σχεδόν τελείως τον κίνδυνο νόσησης.

Πειράζει ή δεν πειράζει;

Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες για τους οποίους δεν έχει γίνει σαφές αν τελικά επιδρούν αρνητικά στην πιθανότητα να εμφανίσουμε καρκίνο του μαστού. Τέτοιοι είναι τα ορμονικά αντισυλληπτικά και οι χημικές ουσίες με τις οποίες ερχόμαστε σε επαφή στο περιβάλλον.

Επιπλέον, υπάρχουν κάποιοι άλλοι που έχουν σχετιστεί με τον κίνδυνο εκδήλωσης της ασθένειας, αλλά οι έρευνες δείχνουν ότι έχουν είτε μικρή είτε καμία επίδραση σε αυτόν. Αυτοί είναι η άμβλωση, οι αλλαγές στη διατροφή (π.χ., η αύξηση κατανάλωσης κόκκινου κρέατος), το κάπνισμα, τόσο το ενεργό όσο και το παθητικό (εισπνοή καπνού επειδή καπνίζουν άλλοι στο χώρο), οι μπανέλες στο στηθόδεσμο, οι αλλαγές στον κιρκαδικό ρυθμό (σωματικές, ψυχικές και συμπεριφορικές, που επηρεάζονται κυρίως από το σκοτάδι και το φως σε κύκλους 24 ωρών, π.χ. λόγω νυχτερινής εργασίας ή της ποσότητας φωτός στο υπνοδωμάτιο τη νύχτα) κ.λπ.

Η σημασία των προληπτικών εξετάσεων

Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η πρώτη μαστογραφία θα πρέπει να γίνεται μεταξύ των 35 και των 40 ετών –ανάλογα με το προσωπικό ιστορικό και τους παράγοντες κινδύνου της κάθε γυναίκας– και κάθε χρόνο μετά τα 40. Όπως διαπιστώνουν οι έρευνες, οι γυναίκες ηλικίας 50 έως 69 ετών που υποβάλλονται σε προληπτικές μαστογραφίες έχουν λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με εκείνες που τις αμελούν. Κι αυτό γιατί η προληπτική μαστογραφία εντοπίζει σε πρώιμο στάδιο τα περιστατικά που χρειάζονται θεραπεία.

Τι είναι ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού

Οι γυναίκες που έχουν κληρονομήσει μεταλλάξεις σε γονίδια όπως τα BRCA1 και BRCA2 αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της ασθένειας, ο οποίος εξαρτάται από τον τύπο της γονιδιακής μετάλλαξης, το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου και άλλες παραμέτρους.

Γιατί είναι πιο επικίνδυνο το να έχει μια γυναίκα πυκνούς μαστούς

Η αυξημένη πυκνότητα των μαστών είναι συχνά κληρονομικό χαρακτηριστικό, αλλά μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σε γυναίκες που δεν έχουν κάνει παιδιά, έχουν την πρώτη τους εγκυμοσύνη σε μεγάλη ηλικία, λαμβάνουν ορμόνες μετά την εμμηνόπαυση ή πίνουν αλκοόλ. Σε κάθε περίπτωση, οι γυναίκες με πυκνούς μαστούς πρέπει να παρακολουθούνται συχνότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού τους.

Η συμβολή της τεχνητής νοημοσύνης στην πρόληψη

Ας πάρουμε το παράδειγμα μιας γυναίκας που ζει σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου και κάνει την τακτική, ετήσια μαστογραφία της στο τοπικό κέντρο υγείας. Λίγες ώρες αργότερα, λαμβάνει ένα μήνυμα στο κινητό της: ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης (AI) ανίχνευσε μικροσκοπικές αλλοιώσεις που δεν ήταν ακόμη ορατές στον ακτινολόγο. Χάρη στην έγκαιρη διάγνωση, η γυναίκα αυτή ξεκίνησε άμεσα θεραπεία και σήμερα είναι υγιής.

Παρόμοια συστήματα αναπτύσσονται ραγδαία, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε όλο τον κόσμο, μεταμορφώνοντας και τον τρόπο με τον οποίο προβλέπουμε και εντοπίζουμε τον καρκίνο του μαστού. Προηγμένοι αλγόριθμοι μαθαίνουν να αναλύουν μαστογραφίες, υπερήχους και μαγνητικές τομογραφίες, ενώ άλλοι συνδυάζουν ιατρικές εικόνες με γενετικά και κλινικά δεδομένα για να προβλέψουν ποια γυναίκα έχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ή υποτροπής της νόσου.

Σε πρόσφατη μελέτη στο Σικάγο, η τεχνολογία επεξεργασίας φυσικής γλώσσας NLP (ένας από τους πιο καινούριους κλάδους της τεχνητής νοημοσύνης, όπου ο υπολογιστής μπορεί να καταλαβαίνει κείμενο γραμμένο σε φυσική γλώσσα, για παράδειγμα στα αγγλικά) ανέλυσε χιλιάδες ιατρικές σημειώσεις και παθολογοανατομικές εκθέσεις προβλέποντας με μεγάλη ακρίβεια ποιοι ασθενείς θα παρουσιάσουν μεταστατική υποτροπή.

Παράλληλα, η αλματώδης εξέλιξη της ραδιομικής, που μπορεί να συνδυάζει μεγάλο όγκο διαφορετικών ιατρικών δεδομένων, προσφέρει νέους, μη επεμβατικούς ψηφιακούς βιοδείκτες που βοηθούν στο σχεδιασμό εξατομικευμένων θεραπειών. Γίνεται έτσι κατανοητό ότι για απομακρυσμένες ή αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, όπου οι ειδικοί γιατροί σπανίζουν, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να φέρει την έγκαιρη διάγνωση στην πόρτα των ασθενών, σώζοντας ζωές ακόμα κι εκεί όπου οι υποδομές υστερούν.

Ευχαριστούμε τον Ευάγγελο Φιλόπουλο, πρόεδρο της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, και τον Χρήστο Φραντζίδη, επίκουρο καθηγητή Πληροφορικής – Μηχανικής Μάθησης του Πανεπιστημίου του Λίνκολν στο Ηνωμένο Βασίλειο, για τη συνεργασία.