Η διαλειμματική νηστεία έχει γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής τα τελευταία χρόνια, με εκατομμύρια ανθρώπους να την ακολουθούν, κυρίως για την καλύτερη διαχείριση του βάρους τους. Ωστόσο, τα χρονικά πλαίσια που ορίζουν τα πρωτόκολλα της εν λόγω διατροφής, ίσως έρχονται σε αντίθεση με το «μυστικό» που βοηθά τον εγκέφαλό μας να παραμένει σε εγρήγορση, το οποίο δεν είναι άλλο από το φαγητό και συγκεκριμένα τα μικρά τακτικά γεύματα και σνακ ανά 2-3 ώρες καθόλη τη διάρκεια της μέρας.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: Μπορούμε να αποκομίσουμε τα οφέλη της νηστείας για την υγεία χωρίς να θυσιάσουμε τη διανοητική μας ευκρίνεια;

Για να απαντήσουν σε αυτό, οι επιστήμονες πραγματοποιήσαν την πιο εκτενή ανασκόπηση επιστημονικού υλικού έως σήμερα. Σύμφωνα με τα ευρήματα τα οποία δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο Psychological Bulletin, δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά στη γνωστική απόδοση μεταξύ των υγιών ενηλίκων που ακολουθούν την διαλειμματική νηστεία και παραλείπουν γεύματα και εκείνων που επιλέγουν να παραμένουν «χορτάτοι» όλη μέρα.

Τα δεδομένα βασίστηκαν σε 63 επιστημονικά άρθρα, που αντιπροσωπεύαν 71 ανεξάρτητες μελέτες, με ένα συνολικό δείγμα 3.484 συμμετεχόντων που δοκιμάστηκαν σε 222 διαφορετικά μέτρα γνωστικής απόδοσης σε ένα χρονικό διάστημα σχεδόν επτά δεκαετιών.

Οι συμμετέχοντες παρουσίασαν την ίδια απόδοση σε γνωστικά τεστ που μετρούσαν την προσοχή, τη μνήμη και τη λειτουργία των εκτελεστικών ικανοτήτων, είτε είχαν φάει πρόσφατα είτε όχι.

Οι 3 παράγοντες που καθορίζουν το πώς επηρεάζει η διαλειμματική νηστεία τον εγκέφαλο

Σύμφωνα με την ανάλυση:

  1. Η ηλικία φάνηκε να είναι καθοριστική

Οι ενήλικες δεν παρουσίασαν μετρήσιμη μείωση στην απόδοσή τους όταν έκαναν διαλειμματική νηστεία. Ωστόσο, τα παιδιά και οι έφηβοι τα πήγαν χειρότερα στα τεστ όταν παρέλειπαν γεύματα. Πιθανότατα, οι αναπτυσσόμενοι εγκέφαλοί τους είναι πιο ευαίσθητοι στις διακυμάνσεις όσον αφορά την παροχή ενέργειας. Επομένως, πράγματι τα παιδιά πρέπει να πηγαίνουν στο σχολείο έχοντας καταναλώσει ένα πλήρες πρωινό που υποστηρίζει τη μάθηση.

  1. Ο χρόνος επίσης έχει σημασία

Οι μεγαλύτερες περίοδοι νηστείας φαίνεται να βελτιώνουν τη σταθερότητα της ενέργειας στον εγκέφαλο, αλλά αν περνάμε πολλές ώρες χωρίς φαγητό και είναι ήδη αργά μέσα στην ημέρα, η απόδοση μπορεί να μειωθεί.

  1. Ο τύπος του τεστ έπαιξε ρόλο

Όταν οι γνωστικές δοκιμασίες περιλάμβαναν ουδέτερα σύμβολα ή σχήματα, οι συμμετέχοντες που έκαναν διαλειμματική νηστεία παρουσίασαν την ίδια ή λίγο καλύτερη απόδοση. Αλλά όταν τα τεστ περιλάμβαναν τροφικά ερεθίσματα (π.χ. εικόνες φαγητού), οι συμμετέχοντες παρουσίασαν πτώση στην απόδοση. Με άλλα λόγια, η πείνα δεν προκαλεί γενικά «ομίχλη» στον εγκέφαλο, αλλά όταν σκεφτόμαστε το φαγητό, είναι πιο εύκολο να χάσουμε την προσοχή μας και να αποσπαστούμε.

Τι σημαίνουν πρακτικά όλα αυτά για εμάς

Για τους περισσότερους υγιείς ενήλικες, τα ευρήματα ίσως είναι μια ανακούφιση: μπορούν να ακολουθούν τη διαλειμματική νηστεία χωρίς να ανησυχούν ότι η διανοητική τους ευκρίνεια θα χαθεί.

Βέβαια, η διαλειμματική νηστεία δεν ταιριάζει σε όλους.

Χρειάζεται προσοχή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, όσον αφορά τα παιδιά και τους εφήβους, των οποίων οι εγκέφαλοι εξακολουθούν να αναπτύσσονται και φαίνεται ότι χρειάζονται τακτικά γεύματα για να επιτύχουν την καλύτερη δυνατή απόδοσή τους. Ομοίως, αν η δουλειά σας απαιτεί εγρήγορση αργά μέσα στην ημέρα ή αν εκτίθεστε συχνά σε τροφικά ερεθίσματα, η νηστεία μπορεί να είναι πιο δύσκολο να διατηρηθεί.

Τέλος, για ορισμένες ομάδες, όπως εγκύους, άτομα με ιατρικές παθήσεις ή ειδικές διατροφικές ανάγκες, η διαλειμματική νηστεία δεν συνιστάται χωρίς επαγγελματική καθοδήγηση.