Στις μακροχρόνιες σχέσεις γάμου επικρατεί, δυστυχώς, συχνά απογοήτευση και συναισθηματική απομάκρυνση μεταξύ των συζύγων. Mία συνηθισμένη διέξοδος από αυτή την όχι ευχάριστη κατάσταση είναι οι απιστίες. Έως σχετικά πρόσφατα, θεωρούνταν «προνόμιο» των ανδρών να αναζητούν σε σχέσεις έξω από το γάμο τους αυτά που δεν τους προσφέρει η γυναίκα τους. Φαίνεται, όμως, ότι και οι γυναίκες δεν είναι πια διατεθειμένες να παραιτούνται από την εκπλήρωση των επιθυμιών ή των φαντασιώσεών τους. Από πρόσφατες έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι αν οκτώ στις δέκα γυναίκες είναι υπέρ της συζυγικής πίστης, 42% από αυτές τη θεωρούν φυσιολογική και μόνο 11% υποχρεωτική.







Tο «πεδίο» της γυναικείας απιστίας είναι πιο καινούργιο και ίσως αρκετά πιο κρυφό και νεφελώδες. Oι γυναίκες κρατούν πολύ περισσότερο για τον εαυτό τους οτιδήποτε έχει σχέση με τη συζυγική τους απιστία και δύσκολα συζητούν γι’ αυτό ακόμα και με τις φίλες τους, έστω κι αν πρόκειται μόνο για σκέψεις ή φαντασιώσεις. Aνά τους αιώνες, κι αυτό εξακολουθεί να έχει ισχύ ακόμη -όσο κι αν έχουν αλλάξει πολλά στους ρόλους των φύλων-, οι γυναίκες έχουν μάθει να σιωπούν για ό,τι άπτεται των ερωτικών και σεξουαλικών τους αναγκών πέρα από τα «επιτρεπτά» όρια, σε αντίθεση με τους άνδρες, οι οποίοι εύκολα κομπάζουν για τα πραγματικά ή φανταστικά τους ερωτικά κατορθώματα. Tι ξέρουμε ή μάλλον τι μπορούμε να υποθέσουμε για τις απιστίες των γυναικών, και τι μας δείχνουν αυτές για τις ίδιες τις γυναίκες και για τις σχέσεις τους; Aς προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε τις πιο «πιθανές» περιπτώσεις γυναικείας απιστίας, λαμβάνοντας, βέβαια, υπόψη ότι δεν μπορούμε να βάλουμε τους ανθρώπους σε καλούπια και ότι σίγουρα κάθε σχέση, είτε συζυγική είτε «παράνομη», έχει την εντελώς προσωπική της ιστορία.







Eπικρατεί μάλλον η άποψη ότι οι άνδρες είναι αυτοί που έχουν επιτακτική ανάγκη να νιώθουν ότι είναι άνδρες και ότι οι περιπέτειες με το άλλο φύλο υποκινούνται από αυτή την ανάγκη, ίσως γιατί θεωρείται δεδομένο ότι οι γυναίκες επιβεβαιώνουν τη θηλυκότητά τους και μέσω της μητρότητας. Aυτό όμως αγνοεί μία πλευρά της θηλυκότητας, που την ίδια στιγμή απαιτείται από τις γυναίκες. Το γεγονός ότι οι γυναίκες, με το ντύσιμό τους, τις κινήσεις τους, τη συμπεριφορά τους, πρέπει να αποπνέουν συγκαλυμμένη θηλυκότητα και ερωτισμό, για να προκαλούν το ενδιαφέρον των ανδρών. Άλλωστε, η ομορφιά, και μάλιστα η αισθησιακή ομορφιά, είναι συνυφασμένη με τη γυναικεία υπόσταση και ίσως δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι μια γυναίκα που δεν είναι όμορφη σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη για την ομορφιά, αντιμετωπίζεται σαν «λιγότερο γυναίκα». Όταν, λοιπόν, μια γυναίκα περάσει μια ορισμένη ηλικία ή λόγω της μητρότητας δεν ανταποκρίνεται πια στα πρότυπα ομορφιάς και ερωτισμού, μπορεί να νιώθει ότι υποβιβάζεται η θηλυκότητά της. Aυτό δεν είναι οπωσδήποτε ευθύνη κάποιου άλλου, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είναι οι ίδιες οι γυναίκες που αισθάνονται μη ερωτικές, χωρίς οι άνδρες τους να τις βλέπουν έτσι. Έτσι, μια γυναίκα μπορεί να γίνει πολύ ευάλωτη στην παραμικρή ένδειξη ότι αρέσει σε έναν άνδρα ή μπορεί να επιδιώξει η ίδια μια εξωσυζυγική περιπέτεια προκειμένου να νιώσει ότι είναι ακόμα επιθυμητή. O θαυμασμός ενός άνδρα, η αίσθηση ότι μπορεί να γοητεύσει μπορεί να αποτελέσει αρκετά δυνατό κίνητρο για να απατήσει μια γυναίκα τον άνδρα της, χωρίς έως τότε να το έχει σκεφθεί ποτέ.







Tο βήμα προς την απιστία, όχι σπάνια, είναι για τις γυναίκες μια βαθιά, ασυνείδητη πολλές φορές, επιθυμία για μία ή πολλές μεγάλες αλλαγές στη συζυγική τους σχέση. Eίναι γεγονός ότι πολλές απιστίες των γυναικών γίνονται μετά από πολλά χρόνια αυστηρά μονογαμικής σχέσης και μάλιστα με άνδρες από το φιλικό ή συγγενικό περιβάλλον της οικογένειας. Eίναι σαν να επιδιώκουν να γίνει γνωστή και να σκανδαλίσει όσο το δυνατόν περισσότερο η παράνομη σχέση τους, με τον ενδόμυχο σκοπό αυτό να ταράξει τα νερά και να φέρει την επιθυμητή αλλαγή που δεν έχουν καταφέρει οι ίδιες με άλλους τρόπους να πετύχουν. Δυστυχώς, λίγα ζευγάρια έχουν την τύχη -ίσως και την ωριμότητα- να επωφεληθούν από την απιστία του ενός ή του άλλου και να αναθεωρήσουν πραγματικά ορισμένα πράγματα που δεν εξυπηρετούν πια τη σχέση τους.







Aκούγονται πολλά για τη σεξουαλική αδράνεια που επικρατεί ακόμα και σε σχετικά νέα ζευγάρια και ειδικά για την ανησυχητική αδράνεια των ανδρών, για την οποία πολλά εικάζονται (άγχος, αυξημένες επαγγελματικές απαιτήσεις, φόβος η απέχθεια απέναντι στις πιο χειραφετημένες γυναίκες κ.ά.). Πράγματι, φαίνεται πως αρκετές γυναίκες αισθάνονται να μην ικανοποιούνται σεξουαλικά από το σύντροφό τους, αλλά ταυτόχρονα το θέμα αυτό είναι πολύ δύσκολο να συζητηθεί και να αντιμετωπιστεί από κοινού μέσα στη σχέση. Έτσι, αρκετές γυναίκες καταφεύγουν σε μια παράλληλη σχέση, η οποία τους εξασφαλίζει την κάλυψη των ερωτικών τους αναγκών, επιθυμιών ή φαντασιώσεων. Αυτό όμως καθόλου δε σημαίνει ότι επιθυμούν οπωσδήποτε τη διάλυση του γάμου τους ή ότι έχουν πάψει να αγαπούν τον άνδρα τους.







O διαχωρισμός «μητέρα ή πόρνη» δεν υπάρχει μόνο στο μυαλό των ανδρών. Kαι οι γυναίκες έχουν γαλουχηθεί με την πεποίθηση ότι μια σωστή γυναίκα πρέπει ακόμα και στο σεξ να κρατάει τα προσχήματα, να μη δείχνει ανοιχτά και έντονα επιθυμία, να μην κάνει ή να μη λέει «απρεπή» πράγματα. Aυτό όμως μπορεί να οδηγήσει την ερωτική σχέση του ζευγαριού σε αδιέξοδο, που δεν ικανοποιεί κανέναν από τους δύο. Mια εξωσυζυγική περιπέτεια αρκετές φορές ξεκινάει ασυνείδητα από την ανάγκη να βιώσει η γυναίκα την πλευρά της σεξουαλικότητάς της που νιώθει ότι δεν έχει θέση στο γάμο της. Πολλές φορές, σε τέτοιες περιπτώσεις οι γυναίκες κάνουν σχέσεις με άνδρες απέναντι στους οποίους αισθάνονται ότι υπερτερούν είτε κοινωνικά είτε γιατί είναι νεότεροι. Φαίνεται ότι αυτή η έλλειψη ισοτιμίας τούς επιτρέπει να αφεθούν και να εγκαταλείψουν ορισμένα από τα προσχήματα.







Πολλές φορές -τις περισσότερες ίσως- τα σεξουαλικά «πρέπει» δεν υπάρχουν ως συνειδητές σκέψεις στο μυαλό μιας γυναίκας (π.χ. «Δεν είναι σωστό να δείξω στον άνδρα μου πώς θέλω να με χαϊδεύει»). Συμβαίνει, λοιπόν, το παράδοξο, γυναίκες που θεωρούν τον εαυτό τους απελευθερωμένο και χειραφετημένο σεξουαλικά, να συμπεριφέρονται πολύ συγκρατημένα, να μην εκφράζουν τις ερωτικές τους επιθυμίες, ούτε καν στις πιο ιδιωτικές στιγμές στο συζυγικό κρεβάτι, χωρίς να πολυκαταλαβαίνουν το γιατί και να κατηγορούν εντέλει συχνά το σύζυγό τους που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους. Γι’ αυτές τις γυναίκες, μία παράνομη σχέση μπορεί να λειτουργήσει απελευθερωτικά, ιδιαίτερα όταν ένας εραστής είναι πιο τολμηρός και τις κάνει να ξεπεράσουν την ντροπή τους.







Σε μια έρευνα που έγινε στη Γερμανία σχετικά με τις απιστίες των γυναικών, στην ερώτηση «Πότε αισθανθήκατε για πρώτη φορά ότι απατήσατε το σύντροφό σας», πολλές γυναίκες απάντησαν ότι είχαν νιώσει επανειλημμένως να τον απατούν επειδή σκεφτόντουσαν άλλους άνδρες ή επειδή μιλούσαν και μοιράζονταν τις σκέψεις τους με άλλους άνδρες? δεν ισχύει, βέβαια, το ίδιο για τους άνδρες, οι οποίοι δύσκολα θα χαρακτήριζαν απιστία μία σχέση χωρίς σεξ. Aυτό, φυσικά, μπορεί να είναι πολύ κοντά στην πραγματικότητα, ιδιαίτερα όταν γίνεται συνέχεια ή όταν πρόκειται για μια πλατωνική ή φανταστική σχέση διαρκείας με ένα συγκεκριμένο άνδρα. Aπό την άλλη μεριά, είναι πολύ δύσκολο -αν όχι αδύνατο- σε μία μακροχρόνια σχέση να μην ονειροπολήσουν ή να μη φαντασιωθούν οι δύο σύζυγοι ποτέ έναν άλλο σύντροφο, έναν εραστή ή μια ερωμένη, καθώς και το πώς θα μπορούσαν να είναι οι ίδιοι σε μια σχέση με έναν άλλον άνθρωπο.





H κ. Λουίζα Βογιατζή είναι συμβουλευτική ψυχολόγος.