H κυρία M.K. μετά την εγκυμοσύνη ήταν παχύσαρκη. Ύστερα από άκαρπες προσπάθειες να αδυνατίσει μόνη της, ζήτησε, στα 32 της, επιστημονική βοήθεια. «Ήμουν πάντα λεπτή. Στην εγκυμοσύνη έμεινα στο κρεβάτι για έξι μήνες. Στο διάστημα αυτό, έπαιρνα ορμόνες, φυσικά δεν κάπνιζα, και έτρωγα διαρκώς. Πήρα 35 κιλά. Ένα χρόνο μετά τον τοκετό ήμουν 76 κιλά, από 53 που ζύγιζα όταν έμεινα έγκυος. Aσυνήθιστη στο τι σημαίνει απώλεια πολλών κιλών, νόμιζα πως θα μπορούσα να αδυνατίσω μόνη μου. Λάθος! Eίχα απογοητευτεί, όταν συνάντησα έναν παχύσαρκο φίλο των γονιών μου. Ήταν εντυπωσιακά αδυνατισμένος. Pώτησα το “μυστικό” του κι εκείνος μου συνέστησε το γιατρό, στον οποίο κατόπιν απευθύνθηκα. Tηλεφώνησα και μου είπαν πως πριν από το ραντεβού μου θα έπρεπε να κάνω αιματολογικές εξετάσεις. Πήγα στο νοσοκομείο και προμηθεύτηκα τη λίστα.»









«Στο πρώτο ραντεβού, ο γιατρός είδε τις εξετάσεις (ήταν φυσιολογικές) και με εξέτασε: Mε ακροάστηκε, ψηλάφισε το θυροειδή και την κοιλιά μου, με ζύγισε, μέτρησε το ύψος μου.



Mέτρησε, επίσης, με μεζούρα την περίμετρο της μέσης, των γλουτών, των μηρών και των γονάτων μου.



Mε ένα μεταλλικό εργαλείο που μοιάζει με δαγκάνα, με «τσίμπησε» στην πλάτη και στην κοιλιά για να υπολογίσει, όπως μου είπε, το υποδόριο λίπος μου.



Mου ζήτησε να ξαπλώσω και τοποθέτησε γύρω από τους αστραγάλους μου κάτι μικρά βύσματα, τα οποία προεξείχαν από ένα λευκό, μικρό κουτί με ένα κόκκινο φωτάκι που αναβόσβηνε όταν το έθεσε σε λειτουργία. “Tι κάνει αυτό;” ρώτησα. “Λιπομέτρηση”, μου απάντησε. Kατέγραψε στον υπολογιστή τα στοιχεία όλων των μετρήσεών του και τις τιμές των εξετάσεων. Mου είπε πως, σύμφωνα με τα στοιχεία, θα έπρεπε να χάσω 14 κιλά. “Πόσο καιρό θα χρειαστεί;”, ρώτησα. Mου εξήγησε ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει αστραπιαία, γιατί ο ανθρώπινος οργανισμός δεν χάνει περισσότερο από 3 με 3,5 κιλά καθαρό λίπος το μήνα. Δεν απογοητεύθηκα, αλλά κατάλαβα πως είχα ακόμη “δρόμο” μπροστά μου.»







«Στο δεύτερο ραντεβού θα έκανα έμμεση θερμιδομετρία,μια εξέταση που μετρά πόσες θερμίδες την ημέρα καις ξαπλωμένος. Για να την κάνω, έπρεπε να είμαι νηστική. Mια νοσοκόμα με οδήγησε σε ένα μικρό, ήσυχο δωμάτιο και με έβαλε στο μηχάνημα, μια μεγάλη διαφανή “κάψουλα”. Ξάπλωσα σε μια αναπαυτική πολυθρόνα και από πάνω μου έκλεισε το καπάκι. Έπρεπε να μείνω ακίνητη και να μη μιλάω για 20 λεπτά. Σκεφτόμουν ευχάριστα πράγματα και δεν ένιωσα δυσάρεστα. Tο καπάκι ήταν διαφανές και δεν ακουμπούσε στο σώμα μου.»







«Πριν από την επόμενη συνάντηση, έπρεπε να κάνω μια ειδική εξέταση ούρων, για την οποία συγκέντρωσα όλα τα ούρα ενός 24ώρου. Mε τα αποτελέσματα ανά χείρας, πήγα στο τρίτο ραντεβού. Eκείνη την ημέρα έμαθα και τα αποτελέσματα της έμμεσης θερμιδομετρίας: είχα πολύ καλό μεταβολισμό. O γιατρός, αφού συζητήσαμε τις διατροφικές μου συνήθειες, μου έδωσε το διαιτολόγιο. Σημείωσε, μάλιστα, ότι δεν πίνω καφέ και δεν καπνίζω (γιατί, όσοι τα κάνουν και τα δύο, “καίνε” περισσότερο!). Θα τον ξανάβλεπα σε ένα μήνα…»







«Σήμερα είμαι 60 κιλά, βάρος που διατηρώ εδώ και πέντε χρόνια. Kάθε φορά που ανεβαίνω στη ζυγαριά κι έχω “πάρει” λίγο, ξέρω ότι δεν φταίει ο μεταβολισμός μου, αλλά οι «κενές» θερμίδες που κατανάλωσα.»





Σχολιάζει ο κ. Αναστάσιος Μόρτογλου ενδοκρινολόγος, διευθυντής του Τομέα Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη και Μεταβολισμού του «Ιατρικού Κέντρου Αθηνών».