Και ενώ έχουμε συνηθίσει στην ιδέα ότι αυτά τα δεύτερα (τα φάρμακα, δηλαδή) έχουν προκύψει έπειτα από μεγάλο επιστημονικό κόπο, σπάνια γνωρίζουμε ή διερωτώμεθα για την προέλευση των πρώτων. Θα έπρεπε όμως! Γιατί κάποιες φορές, τα μικρά βαζάκια των καλλυντικών μπορεί να κρύβουν εξαιρετικές επιστημονικές ιστορίες.
Πάρτε για παράδειγμα τη νέα σειρά αντηλιακών της ελληνικής εταιρείας Apivita στη συσκευασία των οποίων διαβάσαμε ότι περιέχουν την παγκόσμια φυσική καινοτομία 3D Pro-Algae®. Ηταν ακριβώς αυτή η αναφορά στα φύκη (algae) που κίνησε το ενδιαφέρον μας καθώς τα τελευταία χρόνια αποτελούν το ερευνητικό αντικείμενο πολλών επιστημόνων ανά τον κόσμο.
Τα φύκη της αειφορίας
Ο όρος «φύκη» είναι πολύ γενικός: με αυτόν περιγράφονται θαλάσσιοι φωτοσυνθετικοί οργανισμοί οι οποίοι μπορεί να είναι από μονοκύτταροι μέχρι πολυκύτταροι και να ζουν σε εντελώς διαφορετικά περιβάλλοντα ο ένας από τον άλλο. Βασικοί λόγοι του αυξημένου επιστημονικού ενδιαφέροντος για τα φύκη είναι η ευρύτητα των περιβαλλοντικών συνθηκών στις οποίες αυτά μπορούν να διαβιούν, το πλήθος των μεταβολιτών που παράγουν (και οι οποίοι μπορούν να έχουν φαρμακευτικές ή βιομηχανικές εφαρμογές) αλλά και αυτή καθεαυτήν η φωτοσυνθετική ικανότητά τους η οποία τα καθιστά άριστους παραγωγούς καθαρής (από περιβαλλοντικής απόψεως) βιομάζας.
Πώς βρήκαν όμως τα φύκη τον δρόμο προς ένα σωληνάριο αντηλιακού; Ποια ακριβώς φύκη είναι αυτά; Και πώς μας προστατεύουν από την ηλιακή ακτινοβολία; Θέσαμε αυτά και άλλα ερωτήματα στον κ. Κωνσταντίνο Γαρδίκη, φαρμακοποιό και διευθυντή Επιστημονικών Υποθέσεων της Apivita και οι απαντήσεις που πήραμε φτιάχνουν ένα όμορφο επιστημονικό αφήγημα. «Ολα ξεκίνησαν με ένα ερευνητικό πρόγραμμα χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ.
Γνωρίζετε ίσως ότι με γνώμονα την αειφορία, η ΕΕ στηρίζει ερευνητικές προσπάθειες μέσα από τις οποίες θα προκύψουν προϊόντα με μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα. Στο ερευνητικό πρόγραμμα Algaecom που είχε στόχο την αξιοποίηση των μικροφυκών για την ανάπτυξη καινοτόμων μεγάλης προστιθέμενης αξίας φυσικών προϊόντων για χρήση στην κοσμητολογία δεν ήμασταν μόνοι μας. Επρόκειτο για μια ευρεία συνεργασία ισπανών, γάλλων και ελλήνων επιστημόνων τόσο από τον ιδιωτικό τομέα όσο και από ερευνητικά ιδρύματα. Ο συντονισμός του προγράμματος έγινε από τους καθηγητές Φλεμετάκη και Λάμπρου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών».
Το πρώτο πράγμα που χρειάστηκε να γίνει στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ήταν η μη παρεμβατική συλλογή δειγμάτων μικροφυκών από διάφορα σημεία της Μεσογείου θάλασσας. Τα μικροφύκη είναι μονοκυτταρικά φύκη και για την περαιτέρω μελέτη τους δεν χρειάζεται να πάρει κανείς μεγάλο δείγμα καθώς αυτά μπορεί να καλλιεργηθούν. «Την καλλιέργεια των μικροφυκών ανέλαβαν οι ισπανοί συνεργάτες και ειδικότερα οι ερευνητές της εταιρείας Fitoplancton Marino που ειδικεύεται στη βιοτεχνολογία και στην παραγωγή μικροφυκών» σημείωσε ο κ. Γαρδίκης.
Οι πολύτιμοι μεταβολίτες
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στο φυσικό περιβάλλον τα φύκη προσαρμόζονται στις διαθέσιμες τροφικές πηγές, ενεργοποιώντας τα κατάλληλα γονίδια. Παραδείγματος χάριν, σε συνθήκες έλλειψης ενός ζωτικού μορίου, τα φύκη μπορούν να ενεργοποιήσουν παράλληλα μεταβολικά μονοπάτια που τους επιτρέπουν να επιβιώσουν λαμβάνοντας ένα άλλο μόριο που αφθονεί. Το ίδιο κάνουν και όταν η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας που χρειάζονται για τη φωτοσύνθεση δεν είναι η κατάλληλη. Προκειμένου να εξαναγκάσουν τα μικροφύκη να αποδώσουν το μέγιστο της γκάμας των μεταβολιτών που μπορούν να παραγάγουν, οι ισπανοί επιστήμονες τα καλλιέργησαν σε διάφορες συνθήκες, κάποιες εκ των οποίων ιδιαίτερα στρεσογόνες.
Από το πλήθος των μικροφυκών που αρχικά είχαν συλλεχθεί οι ερευνητές, μετά τις πρώτες μελέτες, αποφάσισαν να εστιάσουν σε τρία από αυτά. Για κάθε ένα από τα τρία είδη υπήρχαν πολλά διαφορετικά εκχυλίσματα, τα οποία είχαν προκύψει από τις διαφορετικές συνθήκες καλλιέργειάς τους. Τα εκχυλίσματα αυτά μελετήθηκαν στη συνέχεια για την επίδρασή τους στα ανθρώπινα κύτταρα. «Αφού έγιναν οι μελέτες τοξικότητας, μελετήθηκε η επίδραση των εκχυλισμάτων σε ινοβλάστες και κύτταρα της κερατίνης στιβάδας του δέρματος» είπε ο κ. Γαρδίκης. Και εξήγησε: «Αυτό που θέλαμε να δούμε ήταν πώς η παρουσία των εκχυλισμάτων επηρέαζε την έκφραση των γονιδίων σε αυτά τα κύτταρα του δέρματος».
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της διεθνούς ερευνητικής ομάδας κατά τη διάρκεια συνεδρίου φυκολογίας, χρησιμοποιήθηκαν τρεις διαφορετικές συγκεντρώσεις κάθε εκχυλίσματος και για κάθε μία από αυτές μελετήθηκε η έκφραση περίπου 220 γονιδίων ινοβλαστών και κερατινοκυττάρων. Περιττό να πούμε ότι επρόκειτο για γονίδια ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της καλής υγείας του δέρματος.
Από αυτή τη φάση των μελετών επιλέχθηκε το φύκος που είχε τη μεγαλύτερη απόδοση: πρόκειται για το Nannochloropsis gaditana το οποίο στη συνέχεια υποβλήθηκε σε περαιτέρω μελέτες έτσι ώστε να βελτιωθούν ακόμη περισσότερο τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του. Στη συνέχεια, το εκχύλισμα του μικροφύκους συνδυάστηκε με ένα ιδιαίτερα συμπυκνωμένο πατενταρισμένο εκχύλισμα πρόπολης της APIVITA για να προκύψει το 3D Pro-Algae® καθώς από τα συνδυαστικά πειράματα διαπιστώθηκε ότι τα θετικά αποτελέσματα της εφαρμογής των εκχυλισμάτων στα κύτταρα του δέρματος πολλαπλασιάζονταν με την ταυτόχρονη παρουσία της πρόπολης (η οποία βρέθηκε να διατηρεί την τρισδιάστατη δομή των ινιδίων πάνω στα οποία χτίζεται το δέρμα). Οι παραπάνω παρατηρήσεις επιβεβαιώθηκαν και από τις κλινικές μελέτες στις οποίες υποβλήθηκε ο συνδυασμός.
Το καινοτόμο προϊόν
Ομως τα εκχυλίσματα του φύκους και της πρόπολης δεν είναι τα μόνα δραστικά συστατικά που βρίσκονται στη νέα αυτή σειρά αντηλιακών. Πολύ σημαντικό είναι το έγχυμα το τσαγιού του βουνού από τον Ολυμπο (το οποίο βρέθηκε να έχει αντιγηραντική και ενυδατική δράση). Συνολικά, όλα αυτά μαζί δίνουν ένα προϊόν το οποίο ενισχύει την διατήρηση της δομής του δέρματος ενώ ταυτόχρονα παρέχει αντηλιακή προστασία. Φυσικά, ο τελικός κριτής για την αποτελεσματικότητα όλων των προϊόντων είναι οι καταναλωτές. Αξίζει όμως εδώ να αναφέρουμε ότι μετά τα παραπάνω αποτελέσματα, η χρηματοδότηση από την ΕΕ προς τα έργα έρευνας και καινοτομίας στα οποία συμμετέχει η εταιρία ενισχύθηκε με 13 ακόμη εκατομμύρια ευρώ προκειμένου να υλοποιηθούν τρία νέα ερευνητικά προγράμματα.
Ιωάννα Σουφλέρη