O COVID ήρθε για να μείνει – Νέα επιστημονικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο για τους Ρετροϊούς και τις Ευκαιριακές Λοιμώξεις στο Ντένβερ δείχνουν ότι ο ιός SARS-CoV-2 μπορεί να παραμείνει στο αίμα και στους ιστούς των ασθενών επί διάστημα που μπορεί να ξεπεράσει και τα 2 έτη μετά την οξεία φάση της λοίμωξης.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο (UCSF) εντόπισαν τμήματα του ιού που ονομάζονται αντιγόνα COVID στο αίμα ατόμων που είχαν μολυνθεί με τον SARS-CoV-2 ως και 14 μήνες μετά τη λοίμωξη.

Μάλιστα όσο πιο βαριά ήταν η λοίμωξη τόσο περισσότερες ήταν και οι πιθανότητες να δείχνει μεγαλύτερη «επιμονή» ο ιός εντός του ανθρώπινου οργανισμού.

Η πιθανότητα ανίχνευσης των αντιγόνων COVID ήταν περίπου διπλάσια στα άτομα που είχαν χρειαστεί νοσηλεία σε σύγκριση με όσα δεν χρειάστηκε να νοσηλευθούν.

Οι πιθανότητες ήταν, επίσης, υψηλότερες στα άτομα που είχαν δηλώσει ότι είχαν πιο βαριά συμπτώματα COVID, ακόμη και αν δεν είχαν νοσηλευθεί.

Η ερευνητική ομάδα λέει ότι τα ευρήματά της πιθανώς δίνουν μια εξήγηση στο γιατί κάποια άτομα εμφανίζουν μακρά ή long COVID.

Ορισμένοι άνθρωποι που έχουν μολυνθεί από τον ιό SARS-CoV-19 μπορεί να παρουσιάσουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις εξαιτίας της νόσου, γνωστές ως καταστάσεις post COVID ή long COVID.

Οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν λύσεις δοκιμάζοντας αν μονοκλωνικά αντισώματα ή αντι-ιικά φάρμακα μπορούν να απομακρύνουν τον ιό από τον ανθρώπινο οργανισμό και να βελτιώσουν την υγεία ασθενών με long COVID.

Ποιο σύμπτωμα μπορεί να σας ταλαιπωρεί για σχεδόν 2 χρόνια

Σύμφωνα με προηγούμενη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό eClinicalMedicine, η εξουθένωση μπορεί να ταλαιπωρεί ορισμένους ασθενείς έως και 20 μήνες μετά τη νόσηση.

Αυτή η παρατεταμένη σωματική εξασθένηση παρατηρείται κυρίως σε άτομα με μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα ή σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (ME/CFS), ως αποτέλεσμα του συνδρόμου post COVID-19 (PCS).

Η μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα (ME), η οποία είναι γνωστή και ως σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (CFS), αποτελεί μια πολύπλοκη διαταραχή που χαρακτηρίζεται από τεράστια σωματική και ψυχική εξάντληση.

Ως σύνδρομο post COVID-19 (PCS) ορίζονται μια σειρά από συμπτώματα που διαρκούν για περισσότερο από τρεις μήνες μετά την αρχική νόσηση, εφόσον έχουν αποκλειστεί άλλες πιθανές αιτίες για την εμφάνισή τους.

Τα συνήθη συμπτώματα του PCS περιλαμβάνουν δυσκολίες στην αναπνοή, προβλήματα συγκέντρωσης και ακραία κόπωση που δεν βελτιώνονται με την ανάπαυση και την ανάρρωση – και σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε αναπηρία.

Πολλοί ασθενείς με PCS δυσκολεύονται να εκτελέσουν καθημερινές δραστηριότητες, ενώ ακόμη και η ελάχιστη προσπάθεια μπορεί να επιδεινώσει την κατάστασή τους.

Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως συστηματική νόσος κόπωσης και έλλειψης υπομονής (SEID) και είναι πιο διαδεδομένο στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες.

Οι ερευνητές από το Charité – Universitätsmedizin Berlin και το Κέντρο Max Delbrück παρατήρησαν ότι μόνο οι μισοί από τους ασθενείς που συμμετείχαν στη μελέτη (εκείνοι που δεν πληρούσαν όλα τα διαγνωστικά κριτήρια ME/CFS) είχαν ηπιότερα συμπτώματα και παρουσίασαν σταδιακή βελτίωση.