Μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης που εκπαιδεύτηκε να αναλύει απεικονιστικές και άλλες ιατρικές εξετάσεις αποδεικνύεται καλύτερο από τους γιατρούς στο να προβλέπει ποιοι ασθενείς κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν από αιφνίδια καρδιακή ανακοπή.

Σύμφωνα με τους ερευνητές που υπογράφουν τη μελέτη στην επιθεώρηση Nature Cardiovascular Research, το μοντέλο θα μπορούσε αφενός να σώσει ζωές, αφετέρου να απαλλάξει πολλούς ασθενείς από αχρείαστες επεμβάσεις εμφύτευσης απινιδωτή.

«Σήμερα έχουμε ασθενείς που πεθαίνουν στο άνθος της ηλικίας τους επειδή έμειναν απροστάτευτοι, ενώ άλλοι ζουν με απινιδωτή για όλη τους τη ζωή χωρίς κανένα όφελος» δήλωσε η Νατάλια Τραγιάνοβα του Πανεπιστημίου «Τζονς Χόπκινς» της Βαλτιμόρης, επικεφαλής της μελέτης.

Η μελέτη αφορά ασθενείς με υπερτροφική καρδιομυοπάθεια, τη συχνότερη κληρονομική καρδιοπάθεια, η οποία αφορά έναν στα 200 με 500 άτομα σε όλο τον κόσμο. Είναι η συχνότερη αιτία αιφνίδιου καρδιακού θανάτου στους νέους και τους αθλητές.

Πολλοί ασθενείς ζουν χωρίς σοβαρές συνέπειες, άλλοι όμως αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν ανακοπή, ο οποίος είναι σχεδόν αδύνατο να υπολογιστεί εκ των προτέρων.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της νέας μελέτης, οι κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν σε ΗΠΑ και Ευρώπη προσφέρουν περίπου 50% πιθανότητα επιτυχούς αναγνώρισης των ασθενών που κινδυνεύουν.

Η ακρίβειά τους «δεν είναι πολύ καλύτερη από το να ρίχνει κανείς ζάρια» σχολίασε η Τραγιάνοβα.

Το μοντέλο της ομάδας της, με την ονομασία MAARS, ξεπέρασε μακράν τις επιδόσεις των γιατρών, καθώς έδωσε σωστές προβλέψεις στο 89% του συνόλου των περιστατικών που εξετάστηκαν αναδρομικά και στο 93% των περιπτώσεων που αφορούσαν άτομα 40-60 ετών, την ηλικιακή ομάδα που αντιμετωπίζει τον μέγιστο κίνδυνο.

Το μοντέλο εξηγεί επίσης γιατί οι ασθενείς αντιμετωπίζουν κίνδυνο ώστε να μπορούν οι γιατροί να εξατομικεύουν τη θεραπεία.

Το MAARS εξετάζει τα αποτελέσματα μιας μεγάλης ποικιλίας ιατρικών εξετάσεων σε μορφή κειμένου, επιπλέον όμως μπορεί να αναλύει μαγνητικές τομογραφίες της καρδιάς.

Μπορεί έτσι να ανιχνεύει την ίνωση, δηλαδή τον σχηματισμό ουλώδους ιστούς, στο μυοκάρδιο των ασθενών με υπερτροφική καρδιομυοπάθεια, αλλοιώσεις που κανονικά δεν γίνονται αντιληπτές στις τομογραφίες.

«Μπορέσαμε να εξαγάγουμε αυτές τις κρυμμένες πληροφορίες που συνήθως μένουν απαρατήρητες στις εικόνες» είπε η Τραγιάνοβα.

Όπως σχολίασε ο συνεργάτης της Τζόναθαν Κρίσπεν του «Τζονς Χόπκινς», «η μελέτη μας δείχνει ότι το μοντέλο ΑΙ ενισχύει σημαντικά την ικανότητά μας να προβλέπουμε ποιοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο, συγκριτικά με τους σημερινούς αλγορίθμους μας, και έχει έτσι τη δύναμη να αλλάξει ριζικά την κλινική φροντίδα».

Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα να επεκτείνει το μοντέλο ώστε να αξιολογεί ασθενείς με άλλες καρδιακές παθήσεις όπως η καρδιακή σαρκοείδωση και η αρρυθμιογόνος καρδιομυοπάθεια αριστερής κοιλίας.