Σε νέα έρευνα, οι επιστήμονες εντόπισαν πως ο κακός ύπνος συνδέεται με μια σημαντική αλλαγή στον εγκέφαλο που αφορά στη διαταραχή της μνήμης και άλλες γνωστικές δυσλειτουργίες. Σύμφωνα με τα ευρήματα, η αϋπνία ή ο διαταραγμένος ύπνος φαίνεται να προκαλούν την εναπόθεση βλαβερών πρωτεϊνών στον εγκέφαλο, οι οποίες σχετίζονται με την ανάπτυξη της άνοιας, συμπεριλαμβανομένων ασθενειών όπως η νόσος Αλτσχάιμερ.
Οι Βρετανοί ερευνητές, οι οποίοι ανέλυσαν τις εγκεφαλικές δομές για περισσότερους από 40.000 ενήλικες, διαπίστωσαν ότι η «διαταραχή» του γλυμφικού συστήματος επηρεάζει την ικανότητά του να καθαρίζει τον εγκέφαλο, αυξάνοντας την πιθανότητα εμφάνισης άνοιας.
Το γλυμφικό σύστημα αποβάλλει τα «τοξικά υλικά» μέσα στον εγκέφαλο, διατηρώντας τον υγιή. Όταν αυτό το σύστημα διαταράσσεται, οι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν συσσώρευση δύο τοξικών πρωτεϊνών – της αμυλοειδούς και της ταυ – οι οποίες είναι γνωστό ότι εξαπλώνονται στον εγκέφαλο και προκαλούν προβλήματα μνήμης.
Δημοσιεύοντας τα ευρήματά τους στο περιοδικό Alzheimer’s & Dementia: The Journal of the Alzheimer’s Association, οι επιστήμονες ανέφεραν ότι ο ύπνος παίζει σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του γλυμφικού συστήματος, επομένως οι διαταραχές του, πιθανότατα βλάπτουν το σύστημα.
Τα εν λόγω ευρήματα, ενδεχομένως, ανοίγουν το δρόμο για νέα φάρμακα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη βελτίωση της λειτουργίας του γλυμφικού συστήματος.
Κακός ύπνος και άνοια: Τι δήλωσαν οι ειδικοί
Η Δρ Yutong Chen, ειδική στις κλινικές νευροεπιστήμες από το πανεπιστήμιο του Cambridge και συν-συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε:
«Αν και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τους έμμεσους δείκτες, η μελέτη μας παρέχει αξιόπιστα στοιχεία που δείχνουν ότι η διαταραχή του γλυμφικού συστήματος παίζει ρόλο στην άνοια.»
Η Δρ Hui Hong, άλλη μία εκ των συγγραφέων της μελέτης, πρόσθεσε:
«Έχουμε ήδη αποδείξεις ότι η νόσος των μικρών αγγείων στον εγκέφαλο επιταχύνει ασθένειες όπως το Αλτσχάιμερ και τώρα, έχουμε και μια πιθανή εξήγηση. Η διαταραχή του γλυμφικού συστήματος πιθανώς να επηρεάζει την ικανότητά μας να απομακρύνουμε από τον εγκέφαλο τις πρωτεΐνες αμυλοειδούς και ταυ που προκαλούν τη νόσο Αλτσχάιμερ.»
Περαιτέρω ανάλυση έδειξε ότι αρκετοί παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις επηρεάζουν επίσης τη λειτουργία του γλυμφικού συστήματος, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση.
Ο καθηγητής Bryan Williams, επικεφαλής επιστημονικός και ιατρικός υπεύθυνος στο Βρετανικό Ίδρυμα Καρδιάς, το οποίο συμμετείχε στη χρηματοδότηση της μελέτης, δήλωσε:
«Αυτή η μελέτη μας προσφέρει μια συναρπαστική εικόνα του πώς τα προβλήματα με το σύστημα αποβολής αποβλήτων του εγκεφάλου μπορεί να αυξάνουν σιωπηλά τις πιθανότητες εμφάνισης άνοιας αργότερα στη ζωή. Με την ενίσχυση της κατανόησής μας για το γλυμφικό σύστημα, η έρευνα ανοίγει νέους δρόμους για την αντιμετώπιση και την πρόληψη της άνοιας.» Ο ίδιος τόνισε επίσης τη σημασία της διαχείρισης των γνωστών παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις με σκοπό τη μείωση του κινδύνου.
Εν τω μεταξύ, τα ποσοστά της νόσου Αλτσχάιμερ αυξάνονται παγκοσμίως, με επίσημα στοιχεία να αποκαλύπτουν ότι από το 1990 έως το 2019, οι νέες περιπτώσεις εμφάνισαν μια αύξηση κατά περίπου 148%, ενώ οι συνολικές περιπτώσεις μορφών άνοιας αυξήθηκαν κατά περίπου 161%.