Το 65 με 70% του σώματός μας αποτελείται από νερό, γι’ αυτό και θεωρείται -μετά το οξυγόνο- το δεύτερο πιο σημαντικό και, βέβαια, απαραίτητο στοιχείο για την ύπαρξή μας. Παρ’ όλα αυτά, δεν το σκεφτόμαστε παρά μόνο όταν ο οργανισμός μας, επειδή για κάποιο λόγο το στερείται, μας χτυπά το καμπανάκι της δίψας. Πρέπει να σπεύσουμε να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας όσο γρηγορότερα γίνεται; Να προτιμήσουμε το «απλό» νερό ή μπορούμε να το αντικαταστήσουμε με άλλα υγρά; Στο Vita συγκεντρώσαμε και -με τη βοήθεια των ειδικών- απαντήσαμε στις πιο συχνές απορίες για τη δίψα. Για να είμαστε σίγουροι ότι θα καλύψουμε σωστά μία από τις σημαντικές ανάγκες του οργανισμού μας.

1. Γιατί διψάω;
Η δίψα είναι ένα «καμπανάκι» που χτυπά ο οργανισμός μας για να μας προστατέψει από μία πολύ επικίνδυνη κατάσταση που δεν είναι άλλη από την αφυδάτωση. Η αφυδάτωση προκύπτει όταν διαταράσσεται η ισορροπία υγρών και ηλεκτρολυτών στο αίμα μας. Αυτό μπορεί να συμβεί επειδή στερηθήκαμε για μεγάλο χρονικό διάστημα το νερό, ιδρώσαμε υπερβολικά, π.χ. κάναμε χειρωνακτική εργασία ή άσκηση σε περιβάλλον με υψηλή θερμοκρασία, είχαμε παρατεταμένες διάρροιες ή φάγαμε πολλά αλμυρά, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επίπεδα του ηλεκτρολύτη νατρίου στο αίμα μας.

2. Πειράζει αν με πιάσει δίψα και δεν πιω αμέσως νερό;
Ναι. Γιατί, όταν ο οργανισμός βρίσκεται σε κατάσταση αφυδάτωσης, ακόμη κι αν αυτή είναι σε αρχικά στάδια, θα προσπαθήσει να προστατευτεί και να αναπληρώσει εκ των έσω το νερό που του λείπει. Έτσι, καθώς θα μειωθεί το νερό που κυκλοφορεί στο σώμα μας, ο οργανισμός θα προσπαθήσει να το αναπληρώσει από αυτό που υπάρχει στους ιστούς μας. Η συνέπεια είναι να δυσλειτουργούν τα κύτταρα και, επομένως, τα όργανά μας.

3. Πώς μπορώ να καταλάβω ότι έχω αφυδατωθεί;
Όταν αφυδατωνόμαστε, κατ’ αρχάς διψάμε. Σε ακραίες περιπτώσεις, αν δεν αναπληρώσουμε τα υγρά που μας λείπουν, αρχίζουν να επηρεάζονται και να δυσλειτουργούν σημαντικά όργανα, όπως π.χ. ο εγκέφαλος, και έτσι να εμφανίζονται συμπτώματα όπως σύγχυση, έλλειψη συγκέντρωσης, άμβλυνση των αντανακλαστικών και λήθαργος. Αν δεν πάρουμε τα απαραίτητα υγρά, είναι πιθανό ακόμη και το κώμα.

4. Γιατί, όταν κάνει ζέστη, διψάω περισσότερο;
Όταν κάνει ζέστη, διψάμε επειδή ιδρώνουμε περισσότερο, με αποτέλεσμα να χάνουμε περισσότερα υγρά και ηλεκτρολύτες. Ο αυξημένος ιδρώτας οφείλεται στην προσπάθεια του οργανισμού να κρατήσει τη φυσιολογική του θερμοκρασία, όταν οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι υψηλές. Το αίσθημα της δίψας σε αυτή την περίπτωση αποτελεί έναν προστατευτικό μηχανισμό, που μας οδηγεί στην αυξημένη πρόσληψη υγρών και την αποτροπή της αφυδάτωσης.

5. Ποιο υγρό θα με ξεδιψάσει περισσότερο;
Το νερό! Εκτός των άλλων, δεν θα μας δώσει περιττές ουσίες ή θερμίδες. Η επόμενη καλύτερη επιλογή είναι το τσάι ή κάποιο ρόφημα από βότανα.

6. Δεν «σβήνουν» τη δίψα τα αναψυκτικά;
Τα αναψυκτικά περιέχουν αρκετό νερό και, έτσι, αρχικά θα μας ξεδιψάσουν. Περιέχουν όμως και πολλή ζάχαρη, που, εκτός από τις θερμίδες που μας δίνει, διαταράσσει την ισορροπία ηλεκτρολυτών και υγρών, με αποτέλεσμα πολύ σύντομα να διψάμε ξανά. Μία εναλλακτική επιλογή είναι τα αναψυκτικά χωρίς ζάχαρη, αλλά δεν πρέπει να τα προτιμάμε σε βάρος του νερού.

7. Τι συμβαίνει με τον καφέ;
Ο καφές περιέχει πολλή καφεΐνη, και είναι πιθανότερο να μας οδηγήσει στην αφυδάτωση παρά στην ενυδάτωση. Αυτό συμβαίνει επειδή η καφεΐνη αυξάνει τη διούρηση και την απώλεια υγρών και άρα τη δίψα μας. Βέβαια, αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν καταναλώνουμε μεγάλες ποσότητες καφέ χωρίς να πίνουμε παράλληλα και νερό.

8. Τα ισοτονικά ποτά μπορούν να με ξεδιψάσουν;
Ναι, επειδή είναι πλούσια σε νερό και ηλεκτρολύτες. Πρέπει όμως να τα επιλέγουμε όταν έχουμε καταβάλει μεγάλη σωματική προσπάθεια (π.χ. αθλητές ή εργάτες που ιδρώνουν πολύ), για να καλύψουμε κυρίως τους ηλεκτρολύτες -και όχι τόσο το νερό- που χάσαμε στη διάρκειά της. Χρειάζεται, όμως, να είμαστε προσεκτικοί επειδή και αυτά περιέχουν πολλή ζάχαρη.

9. Οι χυμοί και τα φρούτα;
Ναι, όπως άλλωστε και τα λαχανικά. Είναι μία πολύ καλή επιλογή για να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας, αφού περιέχουν σημαντικές ποσότητες νερού και μας δίνουν πολλά θρεπτικά συστατικά. Πολύ δροσιστικά είναι το αγγούρι, το καρπούζι, ο χυμός πορτοκαλιού και γκρέιπφρουτ.

10. Όταν πίνω αλκοόλ, γιατί διψάω περισσότερο;
Το αλκοόλ, όχι μόνο δεν μας ξεδιψά, αλλά η χωρίς μέτρο κατανάλωσή του, ειδικά όταν έχει ζέστη, μπορεί να μας οδηγήσει σε σοβαρή αφυδάτωση. Αυτό συμβαίνει επειδή το αλκοόλ αναστέλλει την έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης, επομένως έχουμε άφθονη διούρηση, διεγείρει τους ιδρωτοποιούς αδένες, με αποτέλεσμα να ιδρώνουμε πολύ περισσότερο, και προκαλεί αγγειοδιαστολή. Έτσι, αφυδατωνόμαστε και διψάμε ακόμα πιο πολύ.



Μπορεί να διψάω πολύ επειδή έχω κάποιο πρόβλημα υγείας;

Η επίμονη δίψα μπορεί να είναι σύμπτωμα του σακχαρώδους διαβήτη. Όταν κάποιος πάσχει από διαβήτη, αποβάλλει με τα ούρα του αυξημένες ποσότητες γλυκόζης, που παρασύρουν μαζί τους μεγάλες ποσότητες νερού, με αποτέλεσμα να υπάρχει πολυουρία και κατά συνέπεια πολυδιψία. Υπάρχει όμως και μια σπάνια ασθένεια που προκαλεί αυξημένη δίψα, η ψυχογενής πολυδιψία (ο ασθενής νιώθει την ανάγκη να πίνει πολύ νερό).



Τι περιέχει το νερό της βρύσης
Άλλη σύσταση έχει το νερό της Αθήνας, άλλη της Θεσσαλονίκης ή των νησιών. Αν, για παράδειγμα, οι πηγές του νερού από το οποίο τροφοδοτείται το τοπικό σύστημα υδροδότησης βρίσκονται κοντά σε θαλάσσιες περιοχές, το νερό της βρύσης μπορεί να έχει ιόντα χλωρίου. Πάντως, σε γενικές γραμμές, το νερό της βρύσης σε όλη τη χώρα περιέχει χλώριο για να απολυμαίνεται από τα μικρόβια. Σε άλλες περιοχές περισσότερο και σε άλλες λιγότερο περιέχει κάλιο, νάτριο, μαγνήσιο και ασβέστιο.
Το νερό που περνά από ασβεστολιθικά πετρώματα, φαινόμενο συχνό στη χώρα μας, περιέχει ασβέστιο, μαγνήσιο και διάφορα άλλα άλατα, και θεωρείται «σκληρό» νερό. Δεν υπάρχει πρόβλημα στην κατανάλωσή του, εφόσον τα άλατα δεν ξεπερνούν τα ανώτερα θεσπισμένα όρια.
Προσοχή! Δεν είναι, βέβαια, απίθανο να περιέχει το νερό και άλλα μέταλλα (π.χ. σελήνιο) ή βαριά μέταλλα (π.χ. υδράργυρο), αλλά σε ελάχιστες ποσότητες. Τα αποδεκτά για τη δημόσια υγεία επίπεδά τους ορίζονται από τη νομοθεσία. Επιπλέον, το νερό πρέπει να ελέγχεται τακτικά και για άλλους δείκτες ρύπανσης: νιτρικά, νιτρώδη και αμμωνιακά ιόντα, μικρόβια, τοξικούς παράγοντες κ.ά. Τέλος, όταν το νερό περνά από σωληνώσεις κακής ποιότητας, μπορεί να περιέχει σίδηρο, κάδμιο, μόλυβδο, αμίαντο κ.ά. Ο τακτικός έλεγχος και η συντήρηση των σωληνώσεων είναι απαραίτητα.

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία το δρ. Αναστάσιο Σπαντιδέα, παθολόγο, τον κ. Χάρη Δημοσθενόπουλο, κλινικό διαιτολόγο-βιολόγο, MMedSci. SRD, και τον κ. Ιωάννη Γαρδίκη, χημικό μηχανικό.