Μπορεί να πιστεύετε ότι δεν σας αφορά και ότι είναι μια πάθηση που εμφανίζεται μόνο σε χώρες του Τρίτου Κόσμου. Κι όμως, η ηπατίτιδα συχνά «παραθερίζει» μαζί σας, καθώς τα περισσότερα κρούσματά της συμβαίνουν το καλοκαίρι, ενώ -σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Μελέτης Ήπατος- στη χώρα μας υπολογίζεται ότι νοσούν περίπου 300.000 άτομα με χρόνια ηπατίτιδα Β και 200.000 άτομα με χρόνια ηπατίτιδα C. Διαβάστε, λοιπόν, όσα χρειάζεται να γνωρίζετε.

Τι είναι η ηπατίτιδα;
Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή λοίμωξη του πολύπλοκου ήπατος, ενός από τα ζωτικά όργανα του οργανισμού μας, το οποίο μεταβολίζει θρεπτικές ουσίες (λιπαρά, σάκχαρα, βιταμίνες) απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία του, ενώ συμβάλλει και στην αποβολή βλαβερών ουσιών από το σώμα.

Ποια είναι τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα;
Τα συμπτώματα της ηπατίτιδας εξαρτώνται από την αιτία που την προκάλεσε και από τη σοβαρότητα και την έκταση των βλαβών στο ήπαρ. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ασθενείς μπορεί να μην εκδηλώσουν καν συμπτώματα, ενώ αν παρουσιάσουν, αυτά συνήθως μοιάζουν με τα συμπτώματα της γρίπης, δηλαδή αδιαθεσία, ανορεξία, μυϊκός πόνος, ναυτία, εμετός, διάρροια, κόπωση. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, ο ασθενής μπορεί να εμφανίσει ίκτερο, κνησμό, άσχημη αναπνοή, σκουρόχρωμα ούρα.

Πoιες είναι οι αιτίες που την προκαλούν;
Οι αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν ηπατίτιδα είναι πολλές και ποικίλλουν:

  • Ιοί Οι περισσότεροι έχουμε συνδέσει την πάθηση αυτή με τους ιούς της ηπατίτιδας A, B, C, D (δ) και E, αφού η πλειονότητα των κρουσμάτων οφείλεται σε αυτούς και ιδίως στους 3 πρώτους. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι ιοί που μπορεί να προσβάλουν το συκώτι, όπως αυτοί της λοιμώδους μονοπυρήνωσης, της ανεμοβλογιάς, της ερυθράς και ο μεγαλοκυτταροϊός, αλλά οι ηπατίτιδες που προκαλούν αυτοί οι ιοί συνήθως είναι ελαφριάς μορφής και αυτοϊάσιμες.
  • Μύκητες Οι Candida και του ιστοπλάσματος, για παράδειγμα, μπορούν να προκαλέσουν ηπατίτιδα σε ασθενείς με μειωμένη άμυνα.
  • Παράσιτα Όπως αυτά που προκαλούν αμοιβάδωση, τοξοπλάσμωση, μαλάρια (ελονοσία) και σχιστοσωμίαση.
  • Φάρμακα Υπάρχουν αρκετές ουσίες που μπορεί να βλάψουν το συκώτι, κυρίως όταν λαμβάνονται σε μεγάλες δόσεις και για αυξημένο χρονικό διάστημα, αλλά μόνο ένας μικρός αριθμός ασθενών παρουσιάζει πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, καλό είναι να συμβουλεύεστε έναν ειδικό.
  • Ουσίες Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, πέρα από ηπατίτιδα, προκαλεί και κίρρωση του ήπατος, ενώ τοξική δράση έχει και η έκθεση σε βαρέα μέταλλα, π.χ. λόγω επαγγέλματος.
  • Ανοσοποιητικό σύστημα Υπάρχει, επίσης, και η αυτοάνοση ηπατίτιδα, όπου ο ίδιος ο οργανισμός του ασθενούς παράγει αντισώματα που επιτίθενται στο ήπαρ.

Πώς γίνεται η διάγνωση
Ένα πλήρες ιατρικό ιστορικό, η σχολαστική κλινική εξέταση, ο αιματολογικός έλεγχος και οι απεικονιστικές εξετάσεις του ήπατος μπορούν να οδηγήσουν στη σωστή διάγνωση και να βρουν την αιτία της ηπατίτιδας, αν πρόκειται για οξεία ή χρόνια, αν ο ασθενής είναι απλός φορέας ή αν η λοίμωξη είναι μεταδοτική. Αν ο ασθενής δεν παρουσιάζει ίκτερο στην οξεία φάση, οι αιματολογικές εξετάσεις δείχνουν αυξημένα ηπατικά ένζυμα (αμινοτρανσφεράσες ή τρανσαμινάσες) ή/και χολερυθρίνη. Αν οι εξετάσεις αυτές δεν δείξουν την αιτία της ηπατίτιδας, πρέπει να γίνει λεπτομερής εργαστηριακός έλεγχος για την ανίχνευση ιών, κυρίως της ηπατίτιδας Β και C. Η αξονική ή η μαγνητική τομογραφία και το υπερηχογράφημα έχουν αξία σε προχωρημένες περιπτώσεις, όταν εμφανίζονται ανατομικές βλάβες στο ήπαρ. Όσο για τη βιοψία, συνήθως γίνεται σε ασθενείς με χρόνιο πρόβλημα, για να εκτιμηθεί η έκταση της βλάβης.

Τι συμβαίνει με τα εμβόλια;
Όπως συμβαίνει με πολλά εμβόλια, έτσι και αυτά της ηπατίτιδας δεν εξασφαλίζουν ανοσία για πάντα. Είναι αναγκαία η επανάληψή τους σε όσους ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Μάλιστα, τα εμβόλια για τις ηπατίτιδες Α και Β έχουν ενταχθεί στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών, ενώ για τις C, D και E δεν υπάρχουν ακόμα.

Υπάρχει θεραπεία;
Η πλειονότητα των ασθενών με οξεία ιογενή ηπατίτιδα δεν έχουν ανάγκη από ειδική θεραπεία, καθώς το πρόβλημα περνάει από μόνο του. Ωστόσο, οι ασθενείς με οξεία ηπατίτιδα Β και C χρειάζονται ειδική θεραπεία, γιατί η νόσος μπορεί να εξελιχθεί σε χρόνια. Στην περίπτωση αυτή, απαιτείται ειδική αγωγή (ανάλογα με τον ιό της ηπατίτιδας), που κυρίως στοχεύει στην εκρίζωση του ιού της ηπατίτιδας ή/και στην πρόληψη της ανάπτυξης κίρρωσης και καρκίνου του ήπατος.
Σήμερα, ωστόσο, υπάρχουν εξελίξεις στη φαρμακευτική αντιμετώπιση των ηπατίτιδων B και C, αλλά και η πιθανότητα δημιουργίας εμβολίου για την ηπατίτιδα C. Σε ό,τι αφορά την ηπατίτιδα Β, δύο ισχυρά νέα φάρμακα (εντεκαβίρη και τενοφοβίρη) εξασφαλίζουν τη «σίγαση» του ιού, όχι όμως την εκρίζωσή του, γι’ αυτό και πρέπει να λαμβάνονται εφ’ όρου ζωής. Σε ό,τι αφορά την ηπατίτιδα C, η πλειονότητα των ασθενών θεραπεύεται οριστικά. Για ένα ποσοστό περίπου 40% των ασθενών που δεν θεραπεύεται (κυρίως λόγω ενός γενετικού προβλήματος), σε σύντομο σχετικά διάστημα θα κυκλοφορήσουν νέοι συνδυασμοί φαρμάκων που υπόσχονται την πλήρη εξαφάνιση του ιού.

Οι ασθενείς με ηπατίτιδα μπορούν να τρώνε κανονικά;
Όσοι πάσχουν από οξεία ηπατίτιδα απαγορεύεται να καταναλώνουν οινοπνευματώδη ποτά και να λαμβάνουν ηπατοτοξικά φάρμακα. Πρέπει, επίσης, να προσέχουν ιδιαίτερα τη διατροφή τους και να τρώνε καλά, κυρίως πρωτεΐνες.
Από την άλλη, στην περίπτωση της χρόνιας ηπατίτιδας, η διατροφή είναι ελεύθερη και το μόνο που χρειάζεται να κάνει ο ασθενής είναι να αποφεύγει την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών. Επίσης, καλό είναι να διατηρεί το βάρος του σε φυσιολογικά επίπεδα
ή να φροντίσει να χάσει τυχόν παραπανίσια κιλά.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΝ κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ, γαστρεντερολόγο-ηπατολόγο στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών.

Λίγα λόγια για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Ηπατίτιδα Α
Πρόκειται για το πιο κοινό είδος ιογενούς ηπατίτιδας και αυτό που γνωρίζουν οι περισσότεροι.
Μετάδοση:
Ο ιός εκκρίνεται στα κόπρανα αυτών που έχουν μολυνθεί και μπορεί να μεταδοθεί με τον τρόπο αυτό, μολύνοντας τα χέρια μας, αντικείμενα που πιάνουμε, τα τρόφιμα και το νερό, αν δεν τηρούνται οι κανόνες υγιεινής. Η μετάδοσή του μέσω του αίματος είναι σπάνια.
Πρόληψη:
Πλένετε καλά τα χέρια σας μετά την τουαλέτα (ιδιαίτερα αν πρόκειται για κοινόχρηστο χώρο), αλλά και πριν από το φαγητό. Αποφεύγετε την κατανάλωση νερού και φαγητού σε μέρη όπου βλέπετε ότι οι όροι υγιεινής δεν τηρούνται.

Ηπατίτιδα Β
Είναι πιο σοβαρή από την Α και μπορεί από οξεία να εξελιχθεί σε χρόνια.
Μετάδοση:
Μέσω της σεξουαλικής επαφής, αλλά και μέσω του αίματος και των παραγώγων του.
Πρόληψη:
Εμβολιάζονται τα παιδιά από 4 μηνών και μετά. Επίσης, επιβάλλεται ο εμβολιασμός των επαγγελματιών υγείας.

Ηπατίτιδα C
Μπορεί και αυτή να εξελιχθεί σε χρόνια και η διάγνωσή της γίνεται τις περισσότερες φορές τυχαία.
Μετάδοση:
Μέσω της σεξουαλικής επαφής, με μολυσμένο αίμα ή παράγωγά του, με τη χρήση μολυσμένων αντικειμένων (σύριγγες).
Πρόληψη:
Η λήψη προφυλακτικών μέτρων κατά τη σεξουαλική επαφή, η αποφυγή χρήσης τυχόν μολυσμένων αντικειμένων.

Ηπατίτιδα D
Εκδηλώνεται σπάνια και μόνο σε όποιον ήδη νοσεί από ηπατίτιδα Β. Μπορεί να οδηγήσει σε οξεία ηπατική ανεπάρκεια, αλλά και σε κίρρωση ή καρκίνο αν εξελιχθεί σε χρόνια.
Μετάδοση:
Κυρίως με μολυσμένο αίμα, σεξουαλική επαφή και από μολυσμένη μητέρα στο νεογνό.
Πρόληψη:
Ο μόνος τρόπος πρόληψής της είναι ο εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β.

Ηπατίτιδα Ε
Εμφανίζεται στις υπανάπτυκτες χώρες και είναι σπάνια στη δυτική Ευρώπη και στην Αμερική. Είναι λιγότερο μεταδοτική από την Α και δεν εξελίσσεται σε χρόνια.
Μετάδοση:
Μέσω της σεξουαλικής επαφής και του αίματος σε συνθήκες κακής υγιεινής, αλλά και μέσω της κατανάλωσης νερού και τροφής που έχουν μολυνθεί.
Πρόληψη:
Τα απαραίτητα εμβόλια πριν την επίσκεψη στις χώρες που ενδημεί και η τήρηση των κανόνων υγιεινής.

Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο

  • Όσοι έρχονται σε επαφή με ασθενείς με οξεία ηπατίτιδα Α και Ε.
  • Όσοι ταξιδεύουν σε χώρες με μεγάλη ενδημικότητα της νόσου.
  • Όσοι έχουν ελεύθερες σεξουαλικές επαφές με πολλούς συντρόφους, χωρίς να έχουν εμβολιαστεί.
  • Οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών.
  • Οι πολυμεταγγιζόμενοι.
  • Όσοι κάνουν αιμοκάθαρση σε μονάδες τεχνητού νεφρού.
  • Οι μεταμοσχευμένοι.
  • Οι αστυνομικοί.
  • Το προσωπικό και οι τρόφιμοι των φυλακών.
  • Οι εργαζόμενοι σε υπηρεσίες υγείας, καθαριότητας και επεξεργασίας λυμάτων, σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, σε μονάδες παρασκευής και επεξεργασίας τροφίμων.