Μερικές φορές, μπορεί να υποθέτουμε ότι είναι κυρίως οι μεγάλες συγκεντρώσεις, όπου παρευρίσκονται πολλά άτομα συγχρόνως στον ίδιο χώρο, δίχως να τηρείται το μέτρο της κοινωνικής αποστασιοποίησης, που αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης της Covid-19. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς, η μετάδοση του νέου κοροναϊού δεν σχετίζεται μόνο με τον αριθμό των ατόμων που είναι παρόντα αλλά και από το πόσο μεταδοτική είναι η περίπτωση ενός συγκεκριμένου ατόμου που έχει μολυνθεί. Ακόμη και ένα μικρό συμβάν, όπως μια οικογενειακή συνάθροιση ή ένα ραντεβού με λίγους παλιούς φίλους μπορεί να αποτελέσει εστία υπερμετάδοσης (superspread event), στην περίπτωση που παρευρίσκεται ένα άτομο που έχει μολυνθεί και αποτελεί εξαιρετική μολυσματική περίπτωση. Εάν τα άτομα δεν ακολουθούν τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης, όπως η χρήση της μάσκας και η κοινωνική αποστασιοποίηση, τότε ο κίνδυνος αυξάνεται δραματικά.

Τι είναι οι εστίες υπερμετάδοσης;

Σύμφωνα με τον S. Wesley Long, ερευνητή στο Houston Methodist Hospital στο Χιούστον του Τέξας, η εστία υπερμετάδοσης δημιουργείται όταν ένα άτομο που έχει μολυνθεί από τον ιό έρχεται σε επαφή με πολλά άλλα άτομα, οδηγώντας σε ασυνήθιστα πολλές περιπτώσεις μόλυνσης, σε ασυνήθιστα δηλαδή πολλά κρούσματα. Ο Joshua LaBaer, ερευνητής για την Covid-19 στο κρατικό πανεπιστήμιο της Αριζόνα, εξήγησε περαιτέρω ότι, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι ο ιός εξαπλώνεται ομοιογενώς, με κάθε άτομο δηλαδή να μεταδίδει τον ιό σε ένα ή δύο άλλα άτομα, αυτό μπορεί στην πραγματικότητα να μην συμβαίνει.

Αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών στοιχείων δείχνει ότι αρκετοί άνθρωποι που έχουν μολυνθεί από τον νέο κοροναϊό δεν τον μεταδίδουν σε άλλους. Ωστόσο, άλλοι άνθρωποι πιθανόν να μπορούν να το μεταδώσουν σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων από τα δύο. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το “superspreading” έχει διαπιστωθεί σε πολλές εκδηλώσεις, ειδικά όταν συγκεντρώνονται ομάδες ανθρώπων. «Δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι ορισμοί» υποστηρίζει ο Joshua LaBaer «αλλά μπαρ, εκκλησίες, κάθε είδους συγκέντρωση, κηδείες, εστιατόρια μπορεί α αποτελέσουν εστίες υπερμετάδοσης, οδηγώντας σε πολλά κρούσματα ταυτόχρονα».

Πότε διατρέχουμε μεγαλύτερο κίνδυνο υπερμετάδοσης;

«Όταν οι άνθρωποι συγκεντρώνονται σε κοντινές αποστάσεις, δίχως να τηρούν τα μέτρα της κοινωνικής αποστασιοποίησης και της χρήσης μάσκας, αυξάνεται ο κίνδυνος» σύμφωνα με τον Joshua LaBaer. «Όσο περισσότεροι συγκεντρώνονται τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες κάποιος να έχει μολυνθεί» συμπληρώνει. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι η έλλειψη συμπτωμάτων δεν αποτελεί εγγύηση ότι δεν υπάρχει κρούσμα, μιας και μπορεί κάποιος να φέρει τον ιό ασυμπτωματικά, να βρίσκεται στην προσυμπτωματική ακόμα φάση ή ακόμα και να είναι «ολιγοσυμπτωματικός», όπως λέει ο καθηγητής λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας.

«Αν και ακόμα δεν έχει τεκμηριωθεί, πιστεύουμε ότι δύο έως και τρεις ημέρες μετά την έκθεση στον ιό και την μόλυνση, γίνεται κανείς μολυσματικός» δηλώνει ο Joshua LaBaer. «Και αυτό είναι πριν αναπτύξουμε συμπτώματα», τόνισε. «Παραμένουμε μολυσματικοί για τουλάχιστον μία εβδομάδα, πιθανώς δέκα ημέρες. Για αυτό ο ιός είναι τόσο επικίνδυνος» εξηγεί.

Μέτρα που μειώνουν τις πιθανότητες υπερμετάδοσης

Η καλύτερη μέθοδος για να μειώσουμε σημαντικά τις πιθανότητες υπερμετάδοσης είναι να τηρήσουμε πιστά τις συστάσεις των ειδικών των υγειονομικών αρχών, να χρησιμοποιούμε δηλαδή σωστά την μάσκα και να τηρούμε το μέτρο της κοινωνικής αποστασιοποίησης, όπως και την αποφυγή μεγάλων συγκεντρώσεων και φυσικά των κανόνων ατομικής υγιεινής. Οι ειδικοί προσθέτουν πως «αν βρεθείτε γύρω από άτομα που δεν έχετε στενή επαφή, ακόμα και αν πρόκειται για συγγενείς, φορέστε μάσκα».