Αφού γνωρίζουμε ποια τρόφιμα δεν μας κάνουν καλό, γιατί δεν μπορούμε να σταματήσουμε να τα τρώμε; Αφού το στομάχι μας είναι «πρησμένο» από το πολύ φαγητό, γιατί αποζητάμε πάντα και το… γλυκάκι; Κι αφού θέλουμε να αλλάξουμε την διατροφή προς το καλύτερο για να απαλλαγούμε από τα περιττά κιλά γιατί διαρκώς το αναβάλλουμε;

H διατροφή μας ουσιαστικά ελέγχεται από δύο ξεχωριστά συστήματα: το πεπτικό και το νευρικό, η συμφωνία μεταξύ των οποίων φαίνεται να είναι το λιγότερο, περιίπλοκη…

Η «μάχη» ανάμεσα στο στομάχι και τον εγκέφαλό μας

Για την παρακολούθηση και τη ρύθμιση της πρόσληψης των απαραίτητων για την επιβίωσή μας θρεπτικών συστατικών, βιταμινών και θερμίδων, το ανθρώπινο σώμα ανέπτυξε το περίπλοκο πεπτικό σύστημα που μπορεί να λειτουργεί σχεδόν ανεξάρτητα με αποτέλεσμα να περιγράφεται και ως «δεύτερος εγκέφαλος».

Οι ορμόνες στο πεπτικό μας σύστημα μειώνουν και αυξάνουν την όρεξή μας ανάλογα με το πόση τροφή έχει- χρειάζεται το σώμα. Μιλάμε λοιπόν για ένα ακριβές σύστημα που επιδιώκει να διασφαλίσει ότι τρώμε ό,τι και όποτε χρειάζεται ώστε να αξιοποιούμε στο έπακρο το φαγητό μας και βέβαια να διατηρούμε τη σιλουέτα μας.

Ωστόσο, κάπου εδώ έρχεται να «μπλεχτεί» και ο ανθρώπινος εγκέφαλος και να του χαλάσει τα σχέδια… Αυτό το κατά τα άλλα θαυμαστό όργανο είναι ο λόγος που ενώ ξέρουμε ότι δεν πρέπει να φάμε το παγωτό μπροστά μας, δεν λέμε όχι και μάλιστα ζητάμε έξτρα σιρόπι και σαντιγί.

Παρά το γεγονός ότι το πεπτικό σύστημα ρυθμίζει κατά κάποιο τρόπο ό,τι τρώμε, ο εγκέφαλος μπορεί (και το κάνει τακτικά) να το παρακάμψει. Το ένστικτο λοιπόν να τρώμε μεγάλες ποσότητες όταν κάτι μας αρέσει υπερισχύει.

Γιατί ο εγκέφαλος νικά

Ενώ ο υποθάλαμος του εγκεφάλου προσπαθεί να… σκεφτεί λογικά ρυθμίζοντας την όρεξη και την πρόσληψη του φαγητού με βάση τις θερμιδικές μας απαιτήσεις, η κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες προκαλεί ευχαρίστηση.

Αυτά τα σήματα ανταμοιβής επισκιάζουν τον κορεσμό δημιουργώντας μας παράλληλα μια έντονη λαχτάρα για λιχουδιές ανεξαρτήτως της πραγματικής πείνας που αισθανόμαστε. Αυτή η θετική συσχέτιση με ορισμένα τρόφιμα μπορεί να είναι τόσο ισχυρή που δεν σταματάμε ακόμα κι αν έχει η κοιλιά μας… πρηστεί.

Βεβαίως, ισχύει και το αντίθετο. Μπορεί να τρώμε κάτι κάθε μέρα, να είναι το αγαπημένο μας φαγητό για χρόνια, αλλά αν το φάμε και νιώσουμε άρρωστοι έστω μία φορά, τότε ο εγκέφαλος το «αποκηρύσσει».

Φαίνεται λοιπόν ότι ο εγκέφαλος δεν… ρισκάρει όταν πρόκειται για κάτι που πιστεύει ότι μας αρρώστησε, επομένως ακόμα και η σκέψη να το φάμε μπορεί να μας προκαλεί ναυτία.

Συνήθειες- Άλλο ένα πρόβλημα

Ο εγκέφαλος είναι «καλός» στη δημιουργία συνηθειών, ειδικά όσον αφορά το φαγητό, εξ ου και ο κοινός όρος «διατροφικές συνήθειες». Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο μπορεί να σας είναι δύσκολο να σταματήσετε να τρώτε ανθυγιεινά και να ξεκινήσετε δίαιτα.

Αν για παράδειγμα κάθε πρωί στο δρόμο για τη δουλειά, παίρνετε μια τυρόπιτα, ο εγκέφαλος περιμένει το φαγητό του τη συγκεκριμένη ώρα και μας προτρέπει να το καταναλώσουμε. Επομένως, χρειάζεται περισσότερη θέληση από ό,τι ενδεχομένως πιστεύουμε για να περιορίσουμε τις μερίδες μας και τα σνακ.

«Δεν θυμάμαι ούτε τι έφαγα σήμερα» ή αλλιώς «Κεφάλαιο μνήμη»

Η μνήμη παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στη διατροφή μας. Αν φάγατε αλλά δεν θυμάστε ότι φάγατε, ο εγκέφαλος αποφασίζει ότι πεινάει ακόμα. Και μην μου πείτε «μα πώς γίνεται να μη θυμάσαι»; Καλώς ή κακώς, συμβαίνει πιο συχνά από όσο νομίζουμε.

Ανατρέψτε το παιχνίδι

Όπως είδαμε, αν και το στομάχι μπορεί να επηρεάσει άμεσα τη λειτουργία του εγκεφάλου και άρα τη διάθεση και τη συμπεριφορά μας, φαίνεται πως ο εγκέφαλος είναι αυτός που έχει τον τελευταίο λόγο για το πότε και το τι τρώμε.

Με την καθοδήγηση ενός διατροφολόγου, με θέληση, καλή διάθεση, επιμονή, υπομονή και σαφή στόχο μπορείτε ωστόσο να κάνετε την ανατροπή και σε όλη αυτή τη μάχη να είστε εσείς τελικά ο νικητής…