Φανταστείτε να ξέραμε πόση μνήμη μας απομένει στον εγκέφαλο. Να υπήρχε μια μπάρα προόδου στην άκρη του ματιού μας ή να μπορούσαμε να οραματιστούμε το ποσοστό κατά βούληση.

Σε κάθε περίπτωση, κάθε φορά που βιώνουμε κάτι καινούργιο, χρησιμοποιούμε λίγη ακόμη από τη μνήμη μας και μάλιστα, ενίοτε το αισθανόμαστε. Μετά από ένα δύσκολο project στη δουλειά ή μια μεγάλη ταινία, μπορεί να νιώσουμε ότι η «χωρητικότητά» μας είναι χαμηλή. Κι αν ξεμείνει τελείως, δεν μπορεί να αποθηκεύσει τίποτα καινούργιο…

Αυτή η επίγνωση της μνήμης ίσως αρχικά να φαίνεται χρήσιμη ικανότητα μέχρι να συνειδητοποιήσουμε το μειονέκτημα: δεν μπορούμε απλά να σβήσουμε αναμνήσεις για να απελευθερώσουμε χώρο. Ο μόνος τρόπος να δημιουργήσουμε διαθέσιμο χώρο είναι η αναμονή. Σταδιακά, αν δεν δημιουργούμε νέες αναμνήσεις, οι παλιές ξεθωριάζουν και αφήνουν χώρο για καινούργιες. Αλλά δεν έχουμε κανέναν έλεγχο πάνω σε αυτή τη διαδικασία. Έτσι λειτουργεί η ανθρώπινη μνήμη.

Τι επιτρέπουμε να μπει στο μυαλό μας;

Ανοίγοντας μια εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης, gigabytes άχρηστων πληροφοριών εισχωρεί αυτόματα στην εγκεφαλική μας χωρητικότητα. Ανοίγοντας αντίστοιχα την τηλεόραση, ο εγκέφαλός μας γεμίζει με διαφημίσεις.

Εν τω μεταξύ, μόνο και μόνο η υπενθύμιση της περιορισμένης χωρητικότητας θα μας έκανε εμμονικά προσεκτικούς με το τι επιτρέπουμε να μπει στο μυαλό μας. Ίσως βέβαια πιστεύουμε πως δεν γίνεται να ξεμείνουμε από μνήμη όπως ένας υπολογιστής όταν αντιγράφει ένα μεγάλο αρχείο. Στην πραγματικότητα όμως, ξεμένουμε. Απλώς δεν το συνειδητοποιούμε και δεν είμαστε σε θέση να ξέρουμε πόση μνήμη μας απομένει.

Απομνημονεύουμε πράγματα κάνοντας αλλαγές στο «διάγραμμα καλωδίωσης» του εγκεφάλου. Οι νευρώνες συνδέονται μεταξύ τους μέσω συνάψεων, και η διέλευση σημάτων μέσα από αυτές τις συνάψεις μπορεί να ενισχυθεί ή να αποδυναμωθεί. Όσο πιο συχνά περνάει ένα σήμα από μια συγκεκριμένη σύναψη, τόσο πιο ισχυρή ή «ευρεία» γίνεται η σύναψη και τόσο πιο πιθανό είναι να περάσει ξανά από εκεί και στο μέλλον. Αυτή είναι η μνήμη μας: μονοπάτια που χαράσσονται στον εγκέφαλο από τις εμπειρίες και τις σκέψεις μας.

Για να είναι αυτή η μνήμη χρήσιμη και να αντανακλά με ευελιξία όσα συμβαίνουν, πρέπει να υπάρχει κάτι που να εξισορροπεί αυτή τη «διάβρωση», κάτι που να αποκαθιστά μέρος του “υποστρώματος”, ώστε οι νέες εμπειρίες να μπορούν να συνεχίσουν να χαράζουν νέες μνήμες.

Οι συνάψεις δεν μπορούν να διευρύνονται συνεχώς, χρειάζεται και να στενεύουν. Αυτό το «στένεμα» συμβαίνει κυρίως κατά τη διάρκεια του ύπνου, γι’ αυτό και η παρατεταμένη στέρηση ύπνου προκαλεί αδυναμία συγκέντρωσης, ελλείμματα μνήμης και τελικά παραισθήσεις.

Όταν εξαντλήσουμε τη χωρητικότητα της μνήμης μας, χάνουμε την ικανότητα να διακρίνουμε τι είναι πραγματικότητα και τι ανάμνηση και όλα γίνονται ένα ομοιόμορφο θολό μείγμα.

Τι συμβαίνει στην ανθρωπότητα σήμερα;

Καθημερινά, γεμίζουμε τους εγκεφάλους μας με ποσότητες πληροφοριών που κανένας βιολογικός εγκέφαλος δεν προοριζόταν να διαχειριστεί. Μήπως βρισκόμαστε όλοι διαρκώς στο 99% της νοητικής μας χωρητικότητας χωρίς καν να το καταλαβαίνουμε;

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η ψηφιακή πολυδιεργασία (multitasking) επηρεάζει αρνητικά τη συγκέντρωση, τη διαρκή προσοχή, τη βραχυπρόθεσμη και τη μακροπρόθεσμη μνήμη.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι η προσοχή των εντατικών χρηστών ψηφιακών μέσων δεν είναι μόνο πιο αδύναμη, είναι πιο διασκορπισμένη.

Ίσως, λοιπόν, να έχουμε φτάσει στο πολιτισμικό ισοδύναμο μιας αϋπνίας δύο εβδομάδων.

Χάνουμε την ικανότητα να ξεχωρίζουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα, να διακρίνουμε ανάμεσα σε ό,τι βιώνουμε για πρώτη φορά και σε ό,τι ήδη γνωρίζουμε και περιμένουμε.
Αυτό σημαίνει ότι ενδέχεται να έχουμε εξαντλήσει τη μνήμη μας.

Ποια είναι η λύση για τη μνήμη;

Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο εγκέφαλος δεν έχει άπειρη χωρητικότητα και ότι, στην πραγματικότητα, είναι πολύ εύκολο να εξαντληθεί ο «αποθηκευτικός χώρος». Αυτό δεν διακόπτει ξαφνικά την ικανότητά μας να μαθαίνουμε, αλλά σταδιακά μειώνει την ποιότητα και τη δύναμη των αναμνήσεων που μπορούμε να δημιουργήσουμε και το να φανταζόμαστε κάποιες φορές μια μπάρα προόδου, ίσως να είναι χρήσιμο.

Σε βαθύτερο επίπεδο, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η μνήμη δεν είναι ένα αντικείμενο που βάζουμε στον εγκέφαλο. Είναι η επιλογή ενός νευρωνικού μονοπατιού αντί για κάποιου άλλου. Όσο πιο επιλεκτικοί είμαστε ως προς το τι επιλέγουμε να θυμόμαστε, τόσο πιο καθαρές, πιο δυνατές και πιο ζωντανές θα είναι οι αναμνήσεις μας.