Η μούχλα ευδοκιμεί όπου παραμένει η υγρασία. Και είναι πολύ πιο επικίνδυνη από όσο φανταζόμαστε. Οι επιστήμονες σε νέα έρευνα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς συνδέουν την ύπαρξή της με προβλήματα υγείας, όπως είναι οι φλεγμονές στον πνεύμονα.
Μούχλα μπορεί να αναπτυχθεί μετά από πλημμύρες, έντονες βροχοπτώσεις ή ακόμη και από κάποια διαρροή σωλήνα, μετατρέποντας μπάνια, υπνοδωμάτια και μονάδες κλιματισμού σε εκκολαπτήρια μυκήτων.
Πολλές φορές φαίνεται, άλλες πάλι όχι. Ενδέχεται να κρύβεται πίσω από γυψοσανίδες, γύρω από αεραγωγούς και στις γωνίες κακώς αεριζόμενων υπογείων, αλλά μπορεί να «κατοικεί» ακόμη και στην κρεβατοκάμαρά μας.
Βρίσκει ιδανικές συνθήκες για ανάπτυξη, όπου υπάρχει πολλή υγρασία, γεγονός που ενισχύεται από τις καιρικές αλλαγές που προκαλούνται από το κλίμα, καθώς και σε παλιά ή ακατάλληλα κατασκευασμένα σπίτια.
Σύμφωνα με έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό PLoS ONE, 1 στις 4 περιπτώσεις υπερευαισθησίας στην πνευμονίτιδα μπορεί να εντοπιστεί στην έκθεση σε μούχλα μέσα στο σπίτι των ασθενών.
Με βάση την εν λόγω έρευνα, όταν κάποιος ζει χρόνια μέσα σε ένα σπίτι, όπου υπάρχει μούχλα, αυτό μπορεί να αποτελέσει μία πιθανή αιτία να εμφανίσει φλεγμονή στον πνεύμονα.
Τι είναι η πνευμονίτιδα
Είναι η φλεγμονή του πνεύμονα και ουσιαστικά περιλαμβάνει και τις πνευμονίες, πρακτικά όμως χρησιμοποιείται για τις μη λοιμώδεις αιτίες φλεγμονής του πνεύμονα, όπως είναι η έκθεση σε χημικές ουσίες, φάρμακα, ακτινοβολίες, αλλεργιογόνες ουσίες κ.α. Η οικιακή έκθεση σε μούχλα έχει επίσης συσχετιστεί με ποικιλία παθήσεων, όπως το άσθμα, η χρόνια ρινοκολπίτιδα και η αλλεργική βρογχοπνευμονική μυκητίαση.
Ωστόσο, η ιατρική κοινότητα δυσκολεύεται συχνά να συνδέσει το περιβάλλον κατοικίας με τα συμπτώματα των ασθενών, εν μέρει λόγω των περιορισμένων διαγνωστικών εργαλείων για ασθένειες που σχετίζονται με τη μούχλα. Χωρίς σαφή ιστορικά έκθεσης ή αξιόπιστες εξετάσεις, δηλαδή, ο ρόλος της μούχλας στις αναπνευστικές νόσους παραμένει εύκολο να παραβλεφθεί.
Τι λέει η έρευνα
Στη μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν αναδρομικά τα αρχεία ασθενών με διάγνωση υπερευαισθησίας στην πνευμονίτιδα, για να εντοπίσουν όλους όσοι είχαν επιβεβαιωμένη έκθεση σε μούχλα εντός της κατοικίας τους.
Τα ιατρικά αρχεία προήλθαν από μητρώο ενός μόνο κέντρου στο Ντάλας του Τέξας, όπου 231 ασθενείς, κυρίως στις αρχές των 60 τους, είχαν διαγνωστεί με μέτρια έως βέβαιη υπερευαισθησία στην πνευμονίτιδα μεταξύ 2011 και 2019. Από αυτούς, 54 είχαν τεκμηριωμένη οικιακή έκθεση σε μούχλα, το 90% παρουσίαζε ινώδη νόσο, ενώ σχεδόν το 41% χρειάστηκε υποστήριξη με οξυγόνο.
Η διάγνωση βασίστηκε εξετάσεις και η απομάκρυνση της μούχλας επιβεβαιωνόταν είτε με καθαρισμό μολυσμένων υλικών και επιδιόρθωση των πηγών υγρασίας, είτε με τη μετακόμιση των ασθενών σε άλλα σπίτια. Η μούχλα εντοπιζόταν κυρίως στα μπάνια, στα υπνοδωμάτια και στα συστήματα κλιματισμού, κατά κανόνα ύστερα από χρόνιες διαρροές στους σωλήνες ή τις στέγες.
Σε περίπου 86% των περιπτώσεων, απαιτήθηκαν επεμβατικές εξετάσεις για να υποστηριχθεί η διάγνωση. Ένα ακόμη εύρημα ήταν ότι η επιβίωση χωρίς μεταμόσχευση πνεύμονα ήταν κατά μέσο όρο 97,7 μήνες, παρόμοια με αυτή ασθενών που είχαν εκτεθεί σε εξωτερικούς παράγοντες.
Επίσης, από τους 41 ασθενείς που εξάλειψαν την έκθεση σε οικιακή μούχλα, 5 παρουσίασαν αύξηση άνω του 10% στην αναγκαστική ζωτική χωρητικότητα (FVC) μέσα σε τέσσερις μήνες, συμπεριλαμβανομένων 4 ασθενών με ινώδη νόσο, ενώ κανείς δεν εμφάνισε επιδείνωση.
Η αναγκαστική ζωτική χωρητικότητα είναι η βασική μέτρηση της πνευμονικής λειτουργίας που χρησιμοποιείται ευρέως στη σπιρομέτρηση, δηλαδή στη δοκιμασία μέτρησης της αναπνευστικής ικανότητας.
Συνολικά, το 12,2% όσων απομακρύνθηκαν από τη μούχλα εμφάνισε αισθητή βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας, ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η νόσος ήταν λιγότερο αναστρέψιμη.
Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η οικιακή μούχλα αποτελεί μια υποτιμημένη, αλλά σημαντική πιθανή αιτία για την εμφάνιση ή επιδείνωση πνευμονικών φλεγμονών