Μπορούν τα υπερβακτήρια να γίνονται ανθεκτικά στα αντιβιοτικά ενώ ήδη προκαλούν λοίμωξη στον οργανισμό μας; Ναι, αυτό ακριβώς αποδεικνύει νέα μελέτη, που για πρώτη φορά καταγράφει την εξέλιξη των μικροβίων σε πραγματικό χρόνο, ανοίγοντας τον δρόμο για στοχευμένες θεραπείες και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι η παρακολούθηση της γενετικής εξέλιξης των βακτηρίων μπορεί να αποκαλύψει τις στρατηγικές που χρησιμοποιούν για να επιβιώσουν», εξηγεί ο Δρ. Στέφανο Τζιουλιέρι, λοιμωξιολόγος και ερευνητής στο Ινστιτούτο Doherty της Μελβούρνης. «Αυτό επιτρέπει στους γιατρούς να προσαρμόζουν εγκαίρως τη θεραπεία, με βάση το εκάστοτε στέλεχος».
Γιατί είναι τόσο επικίνδυνα τα υπερβακτήρια;
Περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο εξαιτίας της εξάπλωσης της μικροβιακής αντοχής, και ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί τα επόμενα 25 χρόνια.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, μέχρι το 2050, τα ποσοστά θανάτων από AMR (Antimicrobial Resistance) – βακτηρίων που διαθέτουν μικροβιακή αντοχή – θα έχουν διπλασιαστεί, ενώ τα στοιχεία δείχνουν ότι σχεδόν 40 εκατομμύρια άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους από υπερβακτήρια τα επόμενα 25 χρόνια, με τους ηλικιωμένους να κινδυνεύουν ιδιαίτερα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει χαρακτηρίσει τα υπερβακτήρια ως «μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την παγκόσμια δημόσια υγεία και ανάπτυξη», καθώς:
- Μπορούν να προκαλέσουν θανατηφόρες λοιμώξεις που δεν ανταποκρίνονται στα συνήθη αντιβιοτικά.
- Δυσκολεύουν τις χειρουργικές επεμβάσεις και τις θεραπείες (π.χ. χημειοθεραπείες, μεταμοσχεύσεις).
- Αυξάνουν το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης λόγω της ανάγκης για ισχυρότερα (και ακριβότερα) φάρμακα.
- Εξαπλώνονται εύκολα σε νοσοκομεία και γηροκομεία, θέτοντας σε κίνδυνο ευπαθείς ομάδες.
Γι’ αυτό η επιστημονική κοινότητα στοχεύει στην ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων και εναλλακτικών θεραπειών.
Η γενετική αποκρυπτογραφεί τις κινήσεις τους
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications, εστίασε στο βακτήριο Staphylococcus aureus. Το συγκεκριμένο βακτήριο υπάρχει φυσιολογικά στον οργανισμό περίπου του 30% των ανθρώπων, χωρίς απαραίτητα να προκαλεί πρόβλημα. Όταν όμως αρχίζει να πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές λοιμώξεις και να μετατραπεί σε ανθεκτικό υπερβακτήριο.
Κρίσιμη για την επιτυχή θεραπεία είναι η διάκριση μεταξύ επίμονης και υποτροπιάζουσας λοίμωξης. Στην πρώτη περίπτωση, ο οργανισμός δεν ανταποκρίνεται στη θεραπεία, ενώ στη δεύτερη η λοίμωξη υποχωρεί προσωρινά αλλά επιστρέφει, συχνά με νέο στέλεχος. Η σωστή διάγνωση είναι απαραίτητη για την επιλογή του κατάλληλου αντιβιοτικού, σύμφωνα με πληροφορίες από το Live Science.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν 60 διαφορετικά στελέχη του S. aureus από 11 ασθενείς στους οποίους η θεραπεία είχε αποτύχει. Μέσω γονιδιωματικής ανάλυσης διαπίστωσαν αν τα στελέχη είχαν κοινή ή διαφορετική γενετική ταυτότητα και αν εμφάνιζαν ενδείξεις προσαρμοστικής εξέλιξης (δηλαδή, μεταλλάξεις που τα καθιστούσαν πιο ανθεκτικά). Περίπου το ένα τρίτο των βακτηρίων εμφάνιζε τέτοιες μεταλλάξεις, κυρίως σε γονίδια που σχετίζονται με την αντοχή στα φάρμακα. Αυτό σημαίνει ότι η αρχική φαρμακευτική αγωγή ενδεχομένως έπρεπε να είχε τροποποιηθεί.
Οι επιστήμονες προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα: σχεδίασαν μια πειραματική μελέτη και παρουσίασαν τις 11 περιπτώσεις σε 25 ειδικούς από όλο τον κόσμο. Όταν οι γιατροί αξιολόγησαν τα περιστατικά μαζί με τα δεδομένα της γενετικής ανάλυσης, το 34% άλλαξε τη θεραπευτική του πρόταση, γεγονός που αποδεικνύει την πρακτική αξία αυτής της μεθόδου.
«Πρόκειται για ένα εργαλείο που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουμε αποφάσεις στην ιατρική», σχολιάζει η Δρ. Κουιέν Νγκουγέν, επίκουρη καθηγήτρια Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. «Οποιαδήποτε τεχνολογία μας παρέχει πιο γρήγορα και πιο αξιόπιστα δεδομένα είναι ευπρόσδεκτη», προσθέτει.
Παρότι το κόστος και ο απαιτούμενος χρόνος ανάλυσης παραμένουν πρόκληση, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η γενετική παρακολούθηση των βακτηρίων μπορεί να προσφέρει ένα ισχυρό πλεονέκτημα έναντι των υπερβακτηρίων, αρκεί να ενσωματωθεί σωστά στην κλινική πράξη.