Η τετραήμερη εργασία θα μπορούσε να ενισχύσει την υγεία των εργαζόμενων και να μειώσει τον κίνδυνο burnout, σύμφωνα με τα ευρήματα ενός πιλοτικού προγράμματος σε έξι χώρες.
Ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών, μεταξύ των οποίων η Πολωνία, η Ισλανδία, η Γερμανία και η Πορτογαλία, πειραματίζεται με την συντομότερη εργάσιμη εβδομάδα ως μέτρο αντιμετώπισης των αυξανόμενων ποσοστών κατάθλιψης, άγχους και επαγγελματικής εξουθένωσης μεταξύ των εργαζομένων.
Η νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο Nature Human Behaviour, έρχεται να προστεθεί σε έναν αυξανόμενο όγκο ερευνών που επισημαίνουν ότι οι συντομότερες εβδομάδες εργασίας θα μπορούσαν να ωφελήσουν τόσο τους εργαζόμενους όσο και τους εργοδότες.
Τι έδειξε η έρευνα για την τετραήμερη εργασία
Στη δοκιμή συμμετείχαν περίπου 2.900 εργαζόμενοι από 141 οργανισμούς που μίκρυναν τις εβδομάδες εργασίας τους χωρίς να μειώσουν τις αποδοχές τους στην Αυστραλία, τον Καναδά, την Ιρλανδία, τη Νέα Ζηλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πριν από την έναρξη της μελέτης, οι εταιρείες υποβλήθηκαν σε δίμηνη εκπαίδευση και αλλαγές στις ροές εργασίας με στόχο την βελτίωση της αποδοτικότητας και της συνεργασίας. Στη συνέχεια εφάρμοσαν μια εβδομάδα εργασίας τεσσάρων ημερών – ή μείωση των ωρών εργασίας κατά 20% – για άλλους έξι μήνες.
Μετά από έξι μήνες, οι εργαζόμενοι με τετραήμερη εργασία ανέφεραν λιγότερη εξουθένωση και καλύτερη ψυχική και σωματική υγεία, καθώς και μεγαλύτερη ικανοποίηση από την εργασία τους.
Παράλληλα δεν υπήρξαν αλλαγές για τους εργαζόμενους σε 12 αμερικανικές εταιρείες που δεν συντόμευσαν τις εβδομάδες εργασίας τους, οι οποίες χρησίμευσαν ως ομάδα σύγκρισης.
«Φαίνεται ότι οι επιδράσεις στην ευημερία είναι αρκετά ομοιόμορφες σε όλες τις εταιρείες, σε όλα τα έθνη, σε όλους τους εργαζόμενους», ανέφεραν οι ερευνητές. «Όσο περισσότερο οι άνθρωποι μείωναν τις ώρες εργασίας τους, τόσο καλύτερα ένιωθαν για τη δουλειά τους και, σε κάποιο βαθμό, για την ψυχική τους υγεία», συμπλήρωσαν οι ίδιοι.
Αλλά ακόμη και οι εργαζόμενοι που μείωσαν το χρόνο εργασίας τους μόνο κατά λίγες ώρες ανέφεραν καλύτερη υγεία και εργασιακή ικανοποίηση από την ομάδα σύγκρισης.
“Game changer”
Τα οφέλη της συντομότερης εβδομάδας εργασίας αποδίδονται κυρίως σε τρεις παράγοντες: την αντιληπτή ικανότητα των εργαζομένων για εργασία, τα λιγότερα προβλήματα ύπνου και την μειωμένη κόπωση, υπογραμμίζοντας πόσο σημαντικός είναι ο ύπνος για την υγεία των ανθρώπων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εργαζόμενοι στην μελέτη εργάζονταν κατά μέσο όρο 40 ώρες την εβδομάδα πριν από τη δοκιμή – πράγμα που σημαίνει ότι μια μείωση κατά 20% σήμαινε μείωση στις 32 ώρες.
Ωστόσο, τα ευρήματα παραμένουν σημαντικά ακόμα και στις περιπτώσεις με μικρότερες μειώσεις στις ώρες εργασίας.