Οι ερευνητές μελέτησαν τις επιδράσεις ενός προγράμματος διατροφής και άσκησης διάρκειας 12 εβδομάδων με τους μισούς συμμετέχοντες στην μελέτη να καταναλώνουν ένα επιπλέον θρεπτικό ρόφημα δύο φορές την ημέρα που περιελάμβανε πρωτεΐνες, ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, βιταμίνη D και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά. Και στις δύο ομάδες των συμμετεχόντων παρατηρήθηκε βελτίωση στην γνωστική ικανότητα αλλά και την φυσική κατάσταση του οργανισμού.

Βελτιωμένη γνωστική λειτουργία

Στα πλαίσια της έρευνας, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Scientific Reports, οι συμμετέχοντες ανατέθηκαν τυχαία στις δύο ομάδες. Το πρόγραμμα άσκησης συνδυάζει προπόνηση δύναμης και αερόβια γυμναστική υψηλής έντασης. Η μία ομάδα έλαβε το θρεπτικό ρόφημα ενώ η άλλη έλαφε ένα placebo ρόφημα, που δεν περιείχε τα έξτρα θρεπτικά συστατικά.

Αποτέλεσμα της παρέμβασης της φυσικής δραστηριότητας είναι η βελτιωμένη δύναμη και αντοχή, η καλύτερη κινητικότητα και σταθερότητα ενώ οι συμμετέχοντες διαπίστωσαν βελτιώσεις και στην γνωστική λειτουργία. Είχαν καλύτερη επεισοδιακή μνήμη και επεξεργάστηκαν πληροφορίες πιο αποτελεσματικά στο τέλος των 12 εβδομάδων ενώ τα πήγαν καλύτερα στην επίλυση ζητημάτων που δεν είχαν αντιμετωπίσει ξανά, κάτι που ονομάζεται «ρευστή νοημοσύνη», σύμφωνα με τον καθηγητή ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις, Δρ. Aron Barbey.

Ενισχυμένη δύναμη

Εκείνοι που κατανάλωσαν και το έξτρα ρόφημα, εμφάνισαν ακόμα περισσότερες βελτιώσεις. Μπορούσαν να διατηρήσουν ευκολότερα στην μνήμη τους νέες πληροφορίες αλλά είχαν και ταχύτερες απαντήσεις σε δοκιμασίες «ρευστής νοημοσύνης». Η φυσική δύναμη αυξήθηκε και στις δύο ομάδες ως αποτέλεσμα της φυσικής προπόνησης, επισημαίνουν οι ερευνητές.

«Η δύναμη είναι ένα μέτρο φυσικής κατάστασης που βασίζεται σε διάφορους παράγοντες, όπως πόσο γρήγορα ένας συμμετέχων μπορεί να τραβήξει ένα βαρύ αντικείμενο σε μια καθορισμένη απόσταση ή πόσα pushups, pullups ή situps μπορεί να εκτελέσει εντός συγκεκριμένου χρονικού περιορισμού» υπογραμμίζουν οι ερευνητές. Η φυσική προπόνηση μείωσε το ποσοστό σωματικού λίπους των συμμετεχόντων και αύξησε την αποδοτικότητα πρόσληψης οξυγόνου.

«Το πιο εντυπωσιακό εύρημα, ωστόσο, παραμένει η ακρίβεια της μνήμης, των απαντήσεών δηλαδή σε προβλήματα που έχουν σχεδιαστεί για τη μέτρηση της ρευστής νοημοσύνης» καταλήγουν οι ερευνητές.