Η πανδημία έχει αλλάξει καθοριστικά την ζωή μας: Είναι κάτι που αποτελεί κοινή διαπίστωση, έναν χρόνο μετά την εμφάνιση του κοροναϊού στην χώρα μας.

Εύκολα κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι έχουν έρθει τα πάνω κάτω και στην ψυχική μας κατάσταση. Σε όλους; Σε ποιους; Η μόνη σίγουρη απάντηση που μπορούν να δώσουν οι ειδικοί είναι πως η πανδημία άλλαξε τα πάντα.

«Η πανδημία άλλαξε καθοριστικά την ζωή μας, κάποιοι άνθρωποι έγιναν ψυχικά πιο ανθεκτικοί, αρκετοί όμως επιβαρύνθηκαν έντονα ψυχολογικά και σωματικά. Κουράστηκαν, βαρέθηκαν, βίωσαν έντονη μοναξιά, απομακρύνθηκαν από σχέσεις, έπαθαν κατάθλιψη, έχασαν αγαπημένους ανθρώπους, νόσησαν, φοβήθηκαν ότι θα νοσήσουν, περιόρισαν σημαντικές δραστηριότητες, ένιωσαν έλλειψη ελευθερίας» τονίζει η δρ. Ίλια Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο νοσοκομείο της Αθήνας.

Η πανδημία μάς έδειξε ότι οι άνθρωποι είμαστε όλοι μεταξύ μας σε μία στενή αλληλεξάρτηση, λέει με έμφαση. Αναφερόμενη στον Αϊνστάιν εξηγεί ότι «το πέταγμα μίας πεταλούδας την Κίνα μπορεί να φέρει πλημμύρες στον Αμαζόνιο» και διερωτάται ποιο είναι για την ίδια το διακύβευμα της πανδημίας:

«Αυτή η «διασυνδεσιμότητα» που έχουν ανάγκη οι άνθρωποι, μπορεί να έχει ως στόχο την ενδυνάμωση της αλληλεγγύης και της κοινωνικής υπευθυνότητας»;

Τι κερδίσαμε στην περίοδο των περιορισμών

Μιλώντας για τα θετικά της πανδημίας, τι κερδίσαμε στην περίοδο των περιορισμών και πως θα μπορούσαμε να τα αξιοποιήσουμε, η κ. Θεοτοκά αναφέρει στο ΑΠΕ -ΜΠΕ:

«Η περίοδος των περιορισμών μείωσε το άγχος σε μια μερίδα ανθρώπων, μάθαμε να είμαστε πιο ολιγαρκείς, να χρησιμοποιούμε περισσότερο το σπίτι ως ένα ήσυχο χώρο που μας ηρεμεί. Επίσης, διαχειριστήκαμε καλύτερα τα όρια του μέσα-έξω, δημιουργήσαμε καλύτερες ισορροπίες στη σχέση εργασία και οικογενειακές και φιλικές σχέσεις, μαθαίνοντας και υιοθετώντας και την τηλεεργασία. Σχετικά με τις κοινωνικές σχέσεις, η πανδημία βοήθησε να κάνουμε μία ανασκόπηση, ως προς το ποιες σχέσεις είναι πραγματικά σημαντικές, με ποιους ανθρώπους αξίζει να βρισκόμαστε και να επικοινωνούμε, με ποιους περνάμε πραγματικά καλά και αξιολογήσαμε σε ποιο βαθμό οι δημόσιες σχέσεις που αφορούν την κοινωνική και επαγγελματική ζωή είναι τόσο απαραίτητες».

Ως προς τα παιδιά, παρότι η τηλεκπαίδευση στα παιδιά του δημοτικού δεν είναι τόσο επωφελής, όσο η ζωντανή επαφή με το σχολείο, όπως τονίζει «παρατηρήσαμε ότι τα παιδιά γυμνασίου και λυκείου άρχισαν να συσχετίζουν την οθόνη, όχι μόνο με διασκέδαση, αλλά και με την εκπαίδευση και την εκμάθηση γνώσεων, κάτι, που μέχρι τώρα αφορούσε τις μεγαλύτερες ηλικίες».

Επίσης, όπως εξηγεί, σε αρκετές περιπτώσεις, μάθαμε να προετοιμάζουμε μόνοι μας το φαγητό μας και να τρώμε πιο υγιεινά και ποιοτικά. «Είναι σημαντικό να σκεφτούμε τις παραπάνω παραμέτρους και να προσπαθήσουμε να υιοθετήσουμε και να συντηρήσουμε τα καλά που μας «έμαθε» η πανδημία και να μην υποπέσουμε στις «παλιές κακές συνήθειες» προσθέτει η κ. Θεοτοκά.

Τι χάσαμε

Πάμε τώρα στα αρνητικά που όπως επισημαίνει η ίδια, μιλώντας στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη, είναι δυστυχώς περισσότερα από τα θετικά. Τι χάσαμε κατά την πανδημία και γιατί; Με ποιο τρόπο,  θα πρέπει να προσπαθήσουμε να το ανακτήσουμε;

«Η πανδημία αύξησε το άγχος, την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, τη μετατραυματική διαταραχή άγχους, την κατάθλιψη και τις εξαρτήσεις. Αύξησε επίσης και τα προβλήματα σωματικής υγείας.

Το «ανοιγόκλειμα» της κοινωνίας επιβαρύνει ψυχολογικά άτομα που είχαν ψυχολογικά προβλήματα, αλλά και άτομα που δεν είχαν. Η οικονομική ανασφάλεια και η οικονομική καταστροφή που προκλήθηκε, δημιουργεί έντονο άγχος, απογοήτευση, κατάθλιψη, αίσθημα αβεβαιότητας για το παρόν και για το μέλλον και ασφαλώς προβληματισμό γύρω από την ποιότητα ζωής που μπορούμε να προσφέρουμε στον εαυτό μας και στους αγαπημένους μας» αναφέρει η κ. Θεοτοκά.

Όπως τονίζει, από την άλλη, ο εγκλεισμός μπορεί να δημιουργήσει ένα «βόλεμα», έναν δισταγμό στο να βγούμε ξανά στη ζωή και να διεκδικήσουμε επαγγελματικές και κοινωνικές σχέσεις. «Νέοι άνθρωποι, η έφηβοι, που μπορεί να μην είχαν πλήρως αναπτύξει τις κοινωνικές τους δεξιότητες, πιθανά να νιώθουν άβολα να εκτεθούν κοινωνικά και να επικοινωνήσουν με  αμεσότητα. Ένα ποσοστό αυτών των ατόμων δεν θα επιστρέψει εύκολα στην κανονικότητα», προβλέπει.

Τα εφόδια για την ζωή μετά τον κοροναϊό

Στην ερώτηση με ποια εφόδια θα πρέπει να μας βρει η μετά- κοροναϊού εποχή και εάν μπορούμε να μετατρέψουμε σε πλεονέκτημα αυτό που βιώνουμε τώρα, για την μελλοντική ζωή μας, απαντά:

«Σημαντικό  ρόλο παίζει το αίσθημα του πως θα είναι η «επόμενη μέρα», πως θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην νέα πραγματικότητα. Πρέπει να αναρωτηθούμε: τι είχαμε, τι χάσαμε στην πανδημία;

Μπορέσαμε να προσαρμοστούμε, να χρησιμοποιήσουμε τις εφεδρείες μας, για να διαχειριστούμε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση; Αν υπήρχαν προβλήματα ψυχικής υγείας στην περίοδο της πανδημίας και δεν αντιμετωπίστηκαν, πιθανά να συνεχιστούν και μετά την πανδημία και να διατηρηθούν περισσότερο από τα προβλήματα της σωματικής υγείας. Επίσης, πρέπει να λάβουμε υπόψη και να αναγνωρίσουμε τις θυσίες που έκαναν οι έφηβοι και τα παιδιά μένοντας σπίτι, κλεισμένα στο δωμάτιο τους, χωρίς φίλους. Θα πρέπει να ενθαρρύνουμε τα παιδιά να αποτελέσουν τη γενιά που θα φτιάξει τη «νέα κοινωνία», δημιουργώντας νέα δεδομένα με σημασία και αξία», επισημαίνει.

Είμαστε διατεθειμένοι να ασχοληθούμε με την ψυχολογική μας υγεία και να διεκδικήσουμε περισσότερη ικανοποίηση από τη ζωή, διερωτάται ρητορικά και συνεχίζει: «Σίγουρα, η ενίσχυση των ανθρωπίνων σχέσεων, η ικανότητα να μπορούμε να μιλάμε και να μοιραζόμαστε τα συναισθήματά μας, η προσπάθεια να κρατάμε τους δικούς μας ανθρώπους κοντά μας, παίζει καθοριστικό ρόλο στην άμβλυνση της ανησυχίας, στην ανακούφιση από δυσάρεστες σκέψεις και αγωνίες και στην ικανοποίηση που μπορούμε να πάρουμε από τη ζωή ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις. Γιατί, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ζωή αξίζει και αξίζει να την διεκδικούμε ακόμα και στις δύσκολες στιγμές.

Απαιτείται λοιπόν  και επιβάλλεται να περάσουμε στην “επόμενη ημέρα”, όπου η αισιοδοξία, η πίστη στον εαυτό και η άντληση υπομονής από πηγές προσωπικής μας τροφοδότησης είναι προαπαιτούμενα».