Η καλή ενυδάτωση καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του ESC 2021.

«Η μελέτη μας υποδεικνύει ότι η διατήρηση της καλής ενυδάτωσης μπορεί να αποτρέψει ή τουλάχιστον να επιβραδύνει τις αλλαγές στην καρδιά που οδηγούν σε καρδιακή ανεπάρκεια», δήλωσε η συγγραφέας της μελέτης δρ. Natalia Dmitrieva από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιάς, Πνεύμονα και Αίματος, μέρος των National Institutes of Health.

«Τα ευρήματα δείχνουν ότι πρέπει να δώσουμε προσοχή στην ποσότητα των υγρών που καταναλώνουμε καθημερινά, διαπιστώνοντας αρχικά πόσο νερό πίνουμε».

Οι συστάσεις για την ημερήσια πρόσληψη υγρών κυμαίνονται από 1,6 έως 2,1 λίτρα για τις γυναίκες και 2 έως 3 λίτρα για τους άνδρες. Ωστόσο, διεθνείς έρευνες έχουν δείξει ότι πολλοί δεν συναντούν ούτε τα χαμηλότερα επίπεδα των ορίων αυτών.

Νερό και καρδιακή ανεπάρκεια

Η μέτρηση του νατρίου στον ορό αποτελεί ένα ακριβές εργαλείο για να γνωρίζουμε τα επίπεδα ενυδάτωσης του οργανισμού. Όταν καταναλώνουμε λιγότερα υγρά, η συγκέντρωση του νατρίου στον ορό αυξάνεται. Στη συνέχεια, το σώμα επιχειρεί να διατηρήσει το νερό, ενεργοποιώντας διαδικασίες που είναι γνωστό ότι συμβάλλουν στην ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας.

Όπως μας εξηγεί η δρ. Natalia Dmitrieva: «Είναι φυσικό να πιστεύουμε ότι η ενυδάτωση και το νάτριο στον ορό πρέπει να αλλάζουν καθημερινά, ανάλογα με το πόσο πίνουμε κάθε μέρα. Ωστόσο, η συγκέντρωση νατρίου στον ορό παραμένει σε περιορισμένο εύρος για μεγάλα χρονικά διαστήματα, που πιθανόν να σχετίζεται με τη συνήθη κατανάλωση υγρών».

Στα πλαίσια της μελέτης, οι ερευνητές εξέτασαν εάν η συγκέντρωση νατρίου στον ορό ατόμων στην μέση ηλικία, ως μέτρο των συνηθειών ενυδάτωσης, προβλέπει την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας 25 χρόνια αργότερα.

Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης τη σύνδεση μεταξύ ενυδάτωσης και πάχυνσης των τοιχωμάτων του κύριου θαλάμου άντλησης της καρδιάς (αριστερή κοιλία), που αποτελεί πρόδρομο για τη διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας.

Η ανάλυση πραγματοποιήθηκε σε 15.792 ενήλικες στη μελέτη Atherosclerosis Risk in Communities (ARIC). Οι συμμετέχοντες ήταν 44 έως 66 ετών και αξιολογήθηκαν σε πέντε επισκέψεις μέχρι την ηλικία των 70 έως 90 ετών.

Πότε αυξάνεται ο κίνδυνος

Η υψηλότερη συγκέντρωση νατρίου στον ορό στη μέση ζωή συνδέθηκε τόσο με καρδιακή ανεπάρκεια όσο και με υπερτροφία της αριστερής κοιλίας 25 χρόνια αργότερα.

Το νάτριο στον ορό παρέμεινε σημαντικά συνδεδεμένο με την καρδιακή ανεπάρκεια και την υπερτροφία της αριστερής κοιλίας μετά την προσαρμογή για άλλους παράγοντες που σχετίζονται με την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας: ηλικία, αρτηριακή πίεση, νεφρική λειτουργία, χοληστερόλη αίματος, γλυκόζη αίματος, δείκτη μάζας σώματος, φύλο, κάπνισμα.

Κάθε 1 mmol/l αύξηση της συγκέντρωσης νατρίου στον ορό στη μέση ηλικία συνδέθηκε με 1,20 και 1,11 αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας και καρδιακής ανεπάρκειας, αντίστοιχα, 25 χρόνια αργότερα.

Οι κίνδυνοι τόσο της υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας όσο και της καρδιακής ανεπάρκειας στην ηλικία των 70 έως 90 ετών άρχισαν να αυξάνονται όταν το νάτριο στον ορό ξεπέρασε τα 142 mmol/l κατά την μέση ηλικία.

«Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η καλή ενυδάτωση καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας και καρδιακής ανεπάρκειας.

Επιπλέον, η διαπίστωση ότι το νάτριο στον ορό που υπερβαίνει τα 142 mmol/l αυξάνει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών στην καρδιά μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό ατόμων που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την αξιολόγηση του επιπέδου ενυδάτωσής τους.

Αυτό το επίπεδο νατρίου βρίσκεται εντός των φυσιολογικών ορίων και δεν θα χαρακτηριζόταν ως μη φυσιολογικό στα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων, αλλά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από γιατρούς κατά τη διάρκεια τακτικών εξετάσεων» καταλήγει η δρ. Natalia Dmitrieva.