Η διαλειμματική νηστεία είναι από τις δημοφιλέστερες δίαιτες τα τελευταία χρόνια καθώς είναι αποτελεσματική στην απώλεια βάρους, αλλά τώρα, οι επιστήμονες βρήκαν ότι μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα, αμφισβητώντας προηγούμενες πεποιθήσεις σχετικά με τα οφέλη της για την υγεία της καρδιάς.

Η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον Victor Zhong της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Jiao Tong της Σαγκάης, ανέλυσε στοιχεία από περίπου 20.000 ενήλικες που συμμετείχαν στην Εθνική Έρευνα για την Υγεία και τη Διατροφή των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τα ευρήματά τους που παρουσιάστηκαν στο φετινό συνέδριο Lifestyle and Cardiometabolic Health Scientific Sessions της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στο Σικάγο, ο περιορισμός του φαγητού σε ένα χρονικό διάστημα 8 ωρών συνδέεται με 91% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιακή νόσο.

Η χρονικά περιορισμένη σίτιση (16:8) επιτρέπει την κατανάλωση φαγητού μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό «παράθυρο» 8-10 ωρών μέσα στην ημέρα, για παράδειγμα μεταξύ 08.00 και 18.00.

Πολλοί άνθρωποι ακολουθούν ένα τέτοιο μοντέλο χωρίς να το ξέρουν, λόγω των συνθηκών ζωής και του ωραρίου εργασίας.

Προηγούμενες μελέτες υποστήριζαν ότι αυτό το διατροφικό πρότυπο μειώνει τους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά, όπως η χοληστερόλη και η αρτηριακή πίεση, αλλά τώρα οι ερευνητές προτείνουν να «απλώνετε» τα γεύματά σας σε 12 έως 16 ώρες.

«Η εργασία αυτή είναι πολύ σημαντική, καθώς δείχνει ότι χρειαζόμαστε περισσότερες μακροχρόνιες μελέτες σχετικά με τα αποτελέσματα αυτής της πρακτικής. Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά», σχολιάζουν οι ειδικοί.

Μειονεκτήματα της διαλειμματικής νηστείας

Η διαλειμματική δίαιτα δεν είναι για όλους και μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία ορισμένων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων των διαβητικών, των εγκύων, των γυναικών που θηλάζουν, καθώς και εκείνων που έχουν στο ιστορικό τους ή αντιμετωπίζουν διατροφικές διαταραχές.

Ένα τέτοιο μοτίβο δίαιτας είναι, επίσης, δύσκολο να τηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα και μπορεί να επηρεάσει την όρεξη και τη διάθεσή σας.

Περάστε μερικές ώρες νηστικοί και πιθανότατα θα παρατηρήσετε ότι νιώθετε νευρικότητα.

Όταν παραλείπετε κάποιο γεύμα, ο οργανισμός σας επικεντρώνεται στις βασικές λειτουργίες που πρέπει να κρατήσει ενεργοποιημένες.

Έτσι, η νευρικότητα είναι ο τρόπος του οργανισμού σας να σας ειδοποιήσει ότι χρειάζεται «καύσιμα».

Το κύριο καύσιμο για τον εγκέφαλό σας είναι η γλυκόζη, την οποία παίρνετε μέσω της διατροφής, ιδιαίτερα από τις τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες.

Οι σύνθετοι υδατάνθρακες που εντοπίζονται στα φρούτα, τα λαχανικά και τα τρόφιμα ολικής άλεσης είναι εξαιρετική πηγή ενέργειας του οργανισμού, επειδή οι φυτικές ίνες που περιέχουν βοηθούν στη διατήρηση του σακχάρου στο αίμα σε σταθερά επίπεδα.

Όταν παραλείπετε ένα γεύμα, τα άμεσα αποθέματα γλυκόζης του οργανισμού σας αρχίζουν να τελειώνουν.

Τα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα μειώνουν την ενέργειά σας και σας κάνουν να νιώθετε κούραση και εξάντληση.

Μπορεί να είναι πραγματικά δύσκολο να σκεφτείτε οτιδήποτε άλλο πέραν του φαγητού όταν ο οργανισμός σας έχει ανάγκη από ενέργεια.

Το αίσθημα της πείνας έχει συνδεθεί με αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης και κατ΄επέκταση με το στρες.

Τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης ενδέχεται να σας οδηγήσουν σε υπερφαγία και κατ΄επέκταση να απορρυθμίσουν την ινσουλίνη σας.

Η υπερβολική έκκριση ινσουλίνης μπορεί να αναγκάσει τον οργανισμό σας να αποθηκεύσει περισσότερο λίπος.