Κάθε συνομιλία με τον Θανάση Κουρλαμπά λειτουργεί ψυχαναλυτικά. Ο ηθοποιός που μεγάλωσε τα κολλημένα με τα Yu-Gi-Oh! πιτσιρίκια μας και, μεταξύ πολλών άλλων, έδωσε φωνή στους «Πιγκουίνους της Μαδαγασκάρης» και τον αξιαγάπητο Σκίπερ είναι ο ίδιος με αυτόν που, με την «οσκαρική», όπως ακριβώς χαρακτηρίστηκε, έξοδό του από τις «Άγριες Μέλισσες», έριξε το Twitter. Εξίσου αξιομνημόνευτη είναι κάθε τηλεοπτική εμφάνισή του, η αναγνωρισιμότητα ωστόσο δεν τον έβγαλε ποτέ από τη θεατρική, πραγματικά ποιοτική πορεία του.

Mόλις oλοκληρώσατε το «Μάρτυρα Κατηγορίας», µία από τις πιο επιτυχηµένες παραστάσεις της φετινής σεζόν. Θα συνεχιστεί και τον επόµενο χειµώνα;

Ναι! Είχαμε τη χαρά να αγαπηθεί πολύ από τον κόσμο. Αλλάζουμε ωστόσο στέγη, κατεβαίνουμε στο κέντρο της Αθήνας, στο θέατρο Δημήτρης Χορν, όπου θα παίζουμε Τετάρτη έως και Κυριακή, πάντα με την επιτυχημένη σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη, την πλούσια παραγωγή του Δημήτρη Αρχιμανδρίτη και ένα εξαιρετικό επιτελείο συντελεστών. Είναι ένα βραβευμένο δικαστικό θρίλερ που ξεχωρίζει λόγω της διαχρονικής αξίας της Άγκαθα Κρίστι και, επιπλέον, έχει καταπληκτικό ρυθμό. Η παράσταση έχει διπλή –έως και τριπλή– ανατροπή, κι αυτό ενθουσιάζει το κοινό.

Θα συνεχίσετε και στο θέατρο Αλκµήνη;

Πρώτα θα πάμε το καλοκαίρι με το «Θάνατο του Ιβάν Ιλίτς» σε επιλεγμένες πόλεις ανά την Ελλάδα και, από τον Οκτώβριο, θα είμαστε και πάλι –ίσως κάθε Παρασκευή απόγευμα, όπως και φέτος– στο Αλκμήνη. Πέντε χρόνια τώρα, έχουμε απίστευτη συνεργασία με τον Γιώργο Γαλίτη, με τον οποίο είμαστε πια κάτι παραπάνω από αδέλφια, στο σανίδι. Μιλάμε για μια παράσταση όπου δύο ηθοποιοί υποδυόμαστε δεκαεννέα ρόλους, χωρίς κανένα σκηνικό αντικείμενο, καμία περαιτέρω βοήθεια.

Κι όμως, οι θεατές έρχονται στο τέλος και μας λένε ότι δεν τους έλειψε απολύτως τίποτα! Αυτή είναι και η ουσία του θεατρικού γεγονότος: δύο ανθρώπινες ψυχές, δύο κορμιά, με μια σπουδαία μουσική, μια σπουδαία διασκευή και σκηνοθεσία, της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη, σε ένα πρωταρχικά σπουδαίο κείμενο, του Τολστόι, αρκούν για να δημιουργήσουν ένα θεατρικό κόσμο. Με την αγαπημένη μου Κωνσταντίνα Νικολαΐδη ετοιμάζω δε και άλλη μία δουλειά, για του χρόνου, για Δευτέρα – Τρίτη.

Ήταν ένα πολύ δύσκολο στοίχημα και είχαμε την ευλογία όχι μόνο να πετύχει, αλλά να είναι sold out κάθε παράστασή μας. Αυτό που βιώνω εγώ στο «Θάνατο του Ιβάν Ιλίτς», που μιλά καθαρά για την αξία της ζωής, αλλά μέσα από το μονοπάτι του θανάτου, είναι ότι κάνω την πιο ωραία και σημαντική δουλειά του κόσμου.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ: ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ, ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΠΑΛΤΆ, GROOMING: ΖΕΦΗ ΣΙΑΤΟΥ / D-TALES

Σπουδαία δουλειά, αλλά και πολύ δύσκολη. Πριν από δύο χρόνια, χάσατε τη µητέρα σας και το ίδιο βράδυ έπρεπε να παίξετε.

Ήταν όντως μια πάρα πολύ δύσκολη βραδιά, αλλά αυτές είναι οι συνθήκες στις οποίες ζούμε καθημερινά. Όταν είσαι σε ένα γεμάτο θέατρο όπου όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν επιλέξει να σε τιμήσουν με το εισιτήριο και την παρουσία τους, εσύ πρέπει να φτάσεις στα όριά σου και να επιτελέσεις αυτή την ευλογία, που είναι η δουλειά μας.

Τη χρησιμοποιώ πολύ συχνά αυτήν τη λέξη, όμως έτσι ακριβώς αισθάνομαι για τη δουλειά μου. Τη λατρεύω, την κάνω με όσες δυνάμεις και όσο πάθος διαθέτω, με τελικό στόχο τις ψυχές που έχω απέναντί μου.

Σίγουρα έχει μεγάλο κόστος – σε αντοχές, κούραση, ψυχική φθορά, ποσοτικό και ποιοτικό χρόνο με την οικογένεια και τους φίλους σου, δεν κάνεις διακοπές, δεν έχεις γιορτές και ίσως λείψεις από σημαντικά γεγονότα των ανθρώπων σου. Εγώ δεν κατάφερα να πάω ούτε στο γάμο της αδελφής μου! Από την άλλη, είναι μαγικό να μπορεί ένας ηθοποιός να παρασύρει το θεατή σε ένα ταξίδι και να τον οδηγήσει στον κόσμο που έχει χτίσει.

Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι και μεγάλη ευθύνη. Γι’ αυτό, οτιδήποτε κι αν σου συμβαίνει, στο τρίτο κουδούνι πρέπει να έχεις «καθαρίσει».

Πάντως, όπως έχετε πει, ακόµα πιο δύσκολη είναι η δουλειά του πατέρα.

Ο ρόλος του γονιού γενικότερα είναι πολύ δύσκολος. Απαιτούνται μεγάλη αντοχή και ευνσυναίσθηση και τεράστια προσπάθεια προκειμένου να αντεπεξέλθεις στις ευθύνες και τις ανάγκες ενός παιδιού που φέρνεις στον κόσμο.

Με τη σύζυγό σας, Αθηνά, η οποία είναι θεατρολόγος, καταφέρνετε να βρίσκετε πάντα τις απαραίτητες ισορροπίες;

Εξαρχής προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε στα παιδιά μας τις προσωπικές μας αξίες και, μέσα από λάθη, μάθαμε να αποτελούμε μέρος της δικής τους, σημερινής ζωής, γιατί δεν γίνεται να ζήσεις έξω από αυτήν.

Για παράδειγμα, αντισταθήκαμε και δεν πήραμε κινητό στην κόρη μας μέχρι το γυμνάσιο, προκειμένου να μην μπει από νωρίς στον κόσμο του Internet και των social, και τελικά πληγώσαμε το παιδί. Αντισταθήκαμε δηλαδή σε κάτι στο οποίο δεν είχε αντισταθεί κανείς άλλος, με αποτέλεσμα η Ιόλη (σ.σ. η οποία είναι πλέον 19 χρονών και σπουδάζει επικοινωνία και ψηφιακά μέσα) να βιώσει τη δική μας λανθασμένη απόφαση.

Δυστυχώς, πρέπει να πορεύεσαι με ό,τι σου δίνει η ζωή και πάνω σε αυτό να κάνεις τις μικροκινήσεις σου ώστε να μεταλαμπαδεύσεις στα παιδιά σου τις αξίες σου. Εμείς προσπαθήσαμε να προβλέψουμε κάποια ταλέντα τους και να τα ενισχύσουμε σχετικά με αυτά. Κατά τ’ άλλα, τα αφήσαμε ελεύθερα να επιλέξουν ό,τι θέλουν να ακολουθήσουν και να το παλέψουν.

Δείτε το βίντεο

Μετανιώσατε που δηµοσιοποιήσατε την κλίση του 17χρονου σήµερα γιου σας στο µπαλέτο;

Είμαι υπερήφανος για το γιο μου και ήθελα να το κοινωνήσω στον κόσμο ώστε να παροτρύνω και άλλους πατεράδες παιδιών που έχουν αυτό το ταλέντο να το δουν θετικά. Ήταν κάτι που ανέφερα μόνο σε δύο εκπομπές, του Γρηγόρη Αρναούτογλου και της Ελεονώρας Μελέτη.

Από εκεί και πέρα, τα sites το αναπαρήγαγαν με τέτοιον τρόπο που ήταν σαν να έβγαινε ο Κουρλαμπάς κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή και να έλεγε: «Ο γιος μου κάνει μπαλέτο!». Σε σημείο που ο ίδιος ο Φοίβος, επειδή οι φίλοι του τον πείραζαν, να με παρακαλέσει να μην αναφερθώ ξανά σε εκείνον! Είναι θλιβερό όλο αυτό, είναι ντροπή.

Γι’ αυτό σάς ρώτησα αν το µετανιώσατε.

Είπα ήδη ότι είμαι πολύ υπερήφανος για το γιο μου – τον βλέπω να χορεύει και κλαίω από τη συγκίνηση. Γι’ αυτό, δεν μετάνιωσα για τις δύο εκπομπές στις οποίες μίλησα εγώ. Δεν το μετάνιωσα επίσης επειδή, όταν βρέθηκα στην Πάτρα, ήρθαν στο θέατρο ένα νεαρό αγόρι και ο πατέρας του και μου είπαν πόσο εκτίμησαν που μίλησα δημόσια γιατί κι εκείνο το παιδί κάνει μπαλέτο και στο σχολείο τον κοροϊδεύουν.

Αυτό για το οποίο μετάνιωσα είναι που διαμορφώθηκε μια εικόνα η οποία δεν με εκφράζει και κατάλαβα ότι πρέπει να είμαι πάρα πολύ προσεκτικός ως προς το τι λέω. Πραγματικά, είναι αμείλικτος ο τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ ψάχνουν να βρουν πράγματα για να πουλήσουν.

Έχοντας κι εγώ ένα γιο αθλητή ο οποίος, όταν ήταν πολύ µικρός, είχε εκφράσει την επιθυµία να κάνει χορό, θα εξοµολογηθώ ότι προσπάθησα να τον αποτρέψω. Δεν γνώριζα τότε ότι το µπαλέτο αποτελεί διεθνώς µέθοδο εκγύµνασης κορυφαίων αθλητών στο µπάσκετ, στο ποδόσφαιρο αλλά και στο µποξ. Σκεφτόµουν µόνο τον κοινωνικό αντίκτυπο. Εσάς δεν σας απασχόλησε;

Σκεφτήκαμε κι εμείς το κοινωνικό κομμάτι, αλλά φροντίσαμε να διασφαλίσουμε το παιδί. Του μιλήσαμε πολύ και τον προετοιμάσαμε για το τι θα λέει και τι θα απαντά στα διάφορα σχόλια. Επιπλέον, τον βοήθησε πολύ η δασκάλα του τονίζοντάς του να μη δίνει καμία βαρύτητα σε ό,τι αρνητικό ακούει και εξηγώντας του πόσο σημαντικό είναι το μπαλέτο για τον ίδιο και πόσο εύρος κίνησης προσφέρει στο σώμα. Έτσι, είναι ένας απόλυτα ισορροπημένος νέος και δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα.

Αντίθετα, είναι υπερήφανος που ανήκει ήδη στο φυτώριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Σπουδάζει πλέον κανονικά μπαλέτο και το καλοκαίρι έχουμε να πάρουμε ακόμα πιο σημαντικές αποφάσεις, ως προς το αν θα συνεχίσει στην Αγγλία τις σπουδές του.

Η σηµερινή κοινωνία µοιάζει πιο εύκολη, µήπως όµως έχει γίνει πιο σκληρή;

Δεν μπορώ να τα ζυγίσω ακριβώς. Η ζωή μας έχει διευκολυνθεί σε πολλούς τομείς, όμως αυτό που βλέπω εγώ είναι ότι οι άνθρωποι απομονώνονται όλο και περισσότερο. Μεγάλωσα στην Καλαμάτα και θυμάμαι ότι όταν γινόταν κάποιο δυστύχημα, φονικό ή οτιδήποτε δυσάρεστο στην ευρύτερη περιοχή, ήταν για καιρό το μόνο θέμα συζήτησης.

Τώρα διαβάζεις για πολέμους, θανάτους και πολύ θλιβερές καταστάσεις και τα προσπερνάς όλα σέρνοντας απλώς το δάχτυλο σε μια οθόνη. Έχω την αίσθηση ότι παλαιότερα οι καταστάσεις και τα συναισθήματα ήταν λίγο πιο καθαρά.

Το παρελθόν σάς τράβηξε και στους «Πανθέους», όπου συνεργαστήκατε µε τον Σπύρο Μιχαλόπουλο για δεύτερη φορά µετά τις «Άγριες Μέλισσες»;

Το παρελθόν με γοητεύει αρκετά – ειδικά οι αρχές του ’60, όταν, έχοντας βγει η ανθρωπότητα από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε μια έκρηξη πολιτισμού και αξιών. Εδώ, όμως, είχα και την τύχη να συναντήσω ξανά αυτόν το σπουδαίο σκηνοθέτη –και φίλο, τολμώ να πω– και να συμμετάσχω σε μία από τις ωραιότερες δουλειές που έχω κάνει στην τηλεόραση.

Ίσως αυτή η παραγωγή να μην είχε την τύχη που της άξιζε σε επίπεδο τηλεθέασης, αλλά όσοι τη ζήσαμε από μέσα ξέρουμε πολύ καλά πόσο πλούσια και άρτια ήταν, πόσο σκληρά εργαστήκαμε όλοι και πόσο αγαπήσαμε την αναβίωση αυτής της μυθιστορηματικής τριλογίας.

Αντιδράτε µε πολύ χαµηλούς τόνους στην ευρεία αναγνωρισιµότητα. Είναι επειδή σας βρήκε σχετικά ώριµο;

Σίγουρα, όσο πιο μεγάλος είσαι –άρα, όσο πιο επεξεργασμένες έχεις κάποιες περιοχές της ψυχής, της καρδιάς, του μυαλού, της προσωπικότητας και του χαρακτήρα σου–, αντιμετωπίζεις με την ανάλογη ωριμότητα συνθήκες που δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμες. Ωστόσο, το έχω ξαναπεί: υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο «διάσημος» και το «αναγνωρίσιμος».

Για μένα, διάσημος γίνεσαι όταν θα παραγάγεις και θα αποθέσεις μεγάλο έργο σε διάρκεια χρόνου και ποιότητας. Διάσημος είναι ο Τσαρούχης, διάσημος είναι ο Χατζιδάκις. Το να παίξεις σε ένα σίριαλ για 15-20 επεισόδια και να σε αναγνωρίζουν στο δρόμο, στο σουπερμάρκετ ή στο εστιατόριο είναι πολύ όμορφο, πολύ γλυκό, αλλά μέχρι εκεί. Δεν σημαίνει ότι είσαι κάτι το ιδιαίτερο ούτε ότι έκανες κάτι παραπάνω από το να ακουμπήσεις τους τηλεθεατές μια δεδομένη στιγμή.

Σε αντίθεση µε σας, ο Ιβάν Ιλίτς άργησε να τα καταλάβει όλα αυτά.

Πράγματι, άργησε. Τα κατάλαβε ελάχιστα λεπτά πριν από την τελευταία του πνοή. Αυτό δείχνει το έργο του Τολστόι: με το μόνο βέβαιο, ήδη από την ώρα της γέννησής μας, να είναι ο θάνατος, ποτέ δεν είναι αργά να παραδεχθούμε τα λάθη μας, να ζητήσουμε τις συγγνώμες μας, να πούμε τα ευχαριστώ μας και να αναλογιστούμε πόσο συνεπείς υπήρξαμε στη ζωή.

Κατά την ταπεινή μου άποψη, αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα: στο τέλος να είναι αρκετά δυσανάλογο το ισοζύγιο. Δηλαδή, στη συνάντησή μας με τις τροχιές των άλλων ανθρώπων, να έχουμε κάνει όσο περισσότερο καλό και όσο λιγότερο κακό μπορούμε.