Είναι αλήθεια πως αν δεν… πονέσεις, δεν θα δεις κέρδη από τη γυμναστική; Ίσως μια πιο ακριβής προσέγγιση είναι ότι μπορεί κανείς να έχει μεγαλύτερα κέρδη αν νιώσει λίγο πόνο.
Ο τύπος του πόνου αυτού, δεν είναι απαραίτητα επιβλαβής. Είναι ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μας μας στέλνει σήμα ότι καταβάλλουμε προσπάθεια και περισσότερη προσπάθεια συνήθως σημαίνει μεγαλύτερη ανταμοιβή. Μπορεί λοιπόν να περιλαμβάνει ένα αίσθημα δυσφορίας και την επιθυμία να σταματήσουμε αν έχουμε γρήγορο παλμό ή «καίγονται» οι μύες μας. Άλλωστε, αν η άσκηση δεν προκαλούσε κάποια δυσφορία, θα την κάναμε συνέχεια, και θα ήμασταν συνεχώς εξουθενωμένοι…
Υπάρχει επίσης η καθυστερημένη μυϊκή δυσκαμψία. Ο πόνος δηλαδή που μπορεί να νιώσουμε μία ή δύο μέρες μετά την προπόνηση, ο οποίος λειτουργεί σαν ένας μηχανισμός προστασίας — το σώμα μας μας λέει ότι ο μυς χρειάζεται χρόνο για να ανακάμψει.
Το σημείο από το οποίο ξεκινάς, παίζει ρόλο
Όταν αρχίζει κανείς να γυμνάζεται, η κίνηση είναι φυσικό να του προκαλέσει ένα άβολο συναίσθημα, αλλά καθώς το σώμα προσαρμόζεται, οι μύες δυναμώνουν και το καρδιαγγειακό σύστημα βελτιώνεται, κάθε άτομο κινείται πιο αποτελεσματικά και αναπτύσσει σταδιακά μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα. Τότε η γυμναστική φαίνεται πιο εύκολη ενώ παράλληλα η πρόοδος συνεχίζεται.
Ανεξαρτήτως του επιπέδου προσπάθειας, η καθυστερημένη μυϊκή δυσκαμψία είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο που προκαλείται συνήθως από συγκεκριμένους τύπους ασκήσεων. Οι καινούριες, μη γνώριμες προπονήσεις, είναι πιο πιθανό να την προκαλέσουν, όπως και αυτές που προκαλούν τέντωμα των μυών υπό ένταση, όπως για παράδειγμα το τρέξιμο σε κατηφόρα. Αυτός ο πόνος είναι στην ουσία μια ένδειξη ότι οι μύες προσαρμόζονται και επουλώνονται, ενισχύοντας τη δύναμη και την αντοχή τους.
Γυμναστική: Δεν χρειάζεται να πονάς για να βελτιωθείς
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για όσους ξεκινούν από ένα χαμηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης ή έχουν μακρά περίοδο αδράνειας. Ασκήσεις με χαμηλή επιβάρυνση, όπως το περπάτημα ή η ποδηλασία, μπορούν να αποδειχτούν εξαιρετικά αποτελεσματικές, ειδικά όταν πραγματοποιούνται σε τακτική βάση και για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους. Η συνέπεια και η σταθερότητα στη δραστηριότητα είναι πολύ πιο σημαντικές από την ένταση ή τον πόνο.
Εκείνο που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε είναι το εξής: οποιαδήποτε κίνηση — ακόμα κι αν δεν μας φαίνεται δύσκολη ή επίπονη — είναι πολύ καλύτερη από το να μην κάνουμε απολύτως τίποτα.
Η κίνηση βελτιώνει τη γενική υγεία, ενισχύει το μυοσκελετικό σύστημα, βελτιώνει τη διάθεση και συμβάλλει στην μακροζωία. Άρα, η προσπάθεια και η πρόοδος δεν μετριούνται απαραίτητα με βάση το πόσο πόνο νιώθουμε στη γυμναστική, αλλά με το πόσο σταθερά και συστηματικά κατευθυνόμαστε προς τους fitness στόχους μας.